Σήμερα, σε ολόκληρο τον κόσμο, υπάρχουν γύρω στις 400 καθαρόαιμες αμιγείς φυλές σκύλων. Από αυτές, μόνον οι μισές έχουν αναγνωριστεί και καταγραφεί από τη Διεθνή Κυνολογική Ομοσπονδία (Federation Cynologique Internationale ή F.C.I.), με έδρα τις Βρυξέλλες. Κατά διαστήματα, κάποιες φυλές εξαφανίζονται ενώ εμφανίζονται κάποιες άλλες καινούργιες. Στη διάδοση μιας φυλής σκύλων σημαντικό ρόλο παίζει και η μόδα. Σπάνια όμως η μόδα ωφελεί τη διατήρηση των ποιοτικών χαρακτηριστικών της φυλής, διότι η μεγάλη ζήτηση έχει ως αποτέλεσμα την εντατική παραγωγή και την υποβάθμιση τελικά, λίγο ή πολύ, της ποιότητας των παραγόμενων προϊόντων.
Η ταξινόμηση των φυλών σκύλων είναι μια πολύ δύσκολη υπόθεση, δεδομένου ότι υπάρχουν φυλές πολύ συγγενικές μεταξύ τους, με διαφορετική όμως χρησιμότητα, ή υιοθέτησαν ποικίλους τρόπους κατάταξης. Έτσι, οι Άγγλοι δέχονται 157 καθαρόαιμες φυλές χωρισμένες σε 6 ομάδες, ενώ οι Γάλλοι δέχονται πάνω από 160 και τις χωρίζουν σε 10 ομάδες. Η κατάταξη των φυλών που θα ακολουθήσει γίνεται με βάση τη χρησιμότητα της κάθε φυλής και είναι σύμφωνη με εκείνη που υιοθέτησε ένας από τους πιο παλιούς και αυστηρούς κυνολογικούς ομίλους του κόσμου, ο Αγγλικός ή Kennel Club (ιδρύθηκε το 1873 από τον Άγγλο κτηματία Μ. Shirley). Οι έξι λοιπόν ομάδες των φυλών σκύλων είναι οι εξής (Κάντε κλικ σε κάθε ομάδα για να δείτε τις κυριότερς φυλές):
Η ταξινόμηση των φυλών σκύλων είναι μια πολύ δύσκολη υπόθεση, δεδομένου ότι υπάρχουν φυλές πολύ συγγενικές μεταξύ τους, με διαφορετική όμως χρησιμότητα, ή υιοθέτησαν ποικίλους τρόπους κατάταξης. Έτσι, οι Άγγλοι δέχονται 157 καθαρόαιμες φυλές χωρισμένες σε 6 ομάδες, ενώ οι Γάλλοι δέχονται πάνω από 160 και τις χωρίζουν σε 10 ομάδες. Η κατάταξη των φυλών που θα ακολουθήσει γίνεται με βάση τη χρησιμότητα της κάθε φυλής και είναι σύμφωνη με εκείνη που υιοθέτησε ένας από τους πιο παλιούς και αυστηρούς κυνολογικούς ομίλους του κόσμου, ο Αγγλικός ή Kennel Club (ιδρύθηκε το 1873 από τον Άγγλο κτηματία Μ. Shirley). Οι έξι λοιπόν ομάδες των φυλών σκύλων είναι οι εξής (Κάντε κλικ σε κάθε ομάδα για να δείτε τις κυριότερς φυλές):
Κυνηγετικοί δείκτες ή "φέρμας" (Gun group)Τα κυνηγόσκυλα αυτής της ομάδας έχουν πολύ δυνατή όσφρηση και σε αυτήν οφείλουν την ικανότητας τους να "φερμάρουν", δηλαδή να ανακαλύπτουν το θήραμα και μένοντας ακίνητα να περιμένουν να έλθει ο κυνηγός για να του δείξουν την ακριβή θέση. Χρησιμοποιούνται κυρίως για το κυνήγι φτερωτών θηραμάτων (πουλόσκυλα). Τα κυνηγόσκυλα "φέρμας" είναι σκληροτράχηλα· χρειάζεται να πέφτουν στο νερό, που συνήθως είναι κρύο λόγω της εποχής του κυνηγιού, και να περνούν μέσα από θάμνους με αγκάθια, όπως η αγριοτριανταφυλλιά που είναι το χειρότερο "πυκνό" (έτσι αναφέρεται η πυκνή θαμνώδης βλάστηση στη γλώσσα των κυνηγών). Είναι υπάκουα, έξυπνα, θαρραλέα, κάνουν εύκολα παρέα με άλλους σκύλους και μπορούν να γίνουν εξαιρετικοί σύντροφοι, ιδανικοί για παιδιά γιατί έχουν "μαλακό στόμα", δηλαδή δεν καταστρέφουν ό,τι δαγκώνουν. Δεν έχουν αναπτυγμένο το ένστικτό της προστασίας, δηλαδή δε γίνονται καλοί φύλακες (άλλωστε δε γαβγίζουν πολύ). Πολλά κυνηγόσκυλα "φέρμας" έχουν αναπτυγμένο το ένστικτο της θηραματοφορίας ("απορτάρισμα" στη γλώσσα του κυνηγού), που είναι η ικανότητα του κυνηγετικού σκύλου να ψάχνει να βρει το σκοτωμένο ή τραυματισμένο θήραμα και να το φέρνει πίσω στον κυνηγό. Για το ζωντανό θήραμα δεν ενδιαφέρεται ή ενδιαφέρεται πολύ λίγο. Έχει αποδειχθεί ότι δεν πρέπει να εκπαιδεύεται με τη βία για να γίνει θηραματοφόρο ένα κυνηγόσκυλο "φέρμας", όταν αυτό δεν παρουσιάζει τη φυσική κλίση για θηραματοφορία, διότι στην αντίθετη περίπτωση κινδυνεύουν να υποβαθμιστούν οι άλλες αρετές του και ιδιαίτερα εκείνη της "φέρμας". Σύμφωνα με την ταξινόμηση των φυλών που ακολουθήθηκε, στις φυλές κυνηγόσκυλων "φέρμας" κατατάσσονται και περιγράφονται επίσης, εκείνες που περιλαμβάνουν:
Αξίζει να σημειωθεί ότι, η κατάταξη των φυλών σε κυνηγόσκυλα "φέρμας", θηραματοφορίας, έρευνας κτλ. είναι κάπως θεωρητική- διότι όπως οι άνθρωποι διαφέρουν μεταξύ τους και σπάνια να βρεθούν όμοιοι χαρακτήρες, έτσι και οι σκύλοι, μπορεί να ανήκουν στην ίδια φυλή, αλλά να παρουσιάζουν πολλές διαφορές μεταξύ τους. Επίσης, η κατάταξη των κυνηγόσκυλων ανάλογα με τη χρησιμοποίηση τους για το κυνήγι φτερωτού ή τριχωτού θηράματος, μπορεί να περιέχει ορισμένα σφάλματα. Κι αυτό γιατί ένα κυνηγόσκυλο "φέρμας" για παράδειγμα, μπορεί να χρησιμοποιείται από τους κυ νηγούς για το κυνήγι φτερωτών κυρίως θηραμάτων, αυτό όμως δε σημαίνει ότι δε θα "φερμάρει" και ένα τριχωτό θήραμα που θα βρεθεί στην "ακτίνα δράσης" του. Κυριότερες φυλές
Πιθανή πατρίδα της θεωρείται η Ισπανία, χωρίς αυτό να είναι τελείως εξακριβωμένο. Πάντως, η ονομασία Πόιντερ προέρχεται από την ισπανική λέξη πούντας που σημαίνει "δείχνω". Όπως έχει αποδειχθεί, η σημερινή αγγλική φυλή Πόιντερ προέρχεται από τη βαρύσωμη ισπανική και την πιο ελαφρύσωμη γαλλική. Βέβαια, και άλλες φυλές σκύλων συμμετείχαν στη δημιουργία της φυλής Πόιντερ, όπως για παράδειγμα η Φόξχάουντ, στην οποία οφείλεται η μεγάλη ταχύτητα και αντοχή, καθώς και ο θαυμάσιος καλπασμός των σκύλων Πόιντερ. Ο σκύλος της φυλής αυτής είναι, μεγαλόσωμος, με σώμα που σε πλάγια όψη μπορεί να εγγραφή σε τετράγωνο. Η εξωτερική του εμφάνιση γενικά μαρτυρεί δύναμη, αντοχή και ταχύτητα. Τα αυτιά του είναι μεσαίου μήκους, εκλύονται ψηλά και κρέμονται στα πλάγια του κεφαλιού. Η ουρά του είναι μακριά, χοντρή στη βάση και πιο λεπτή στην άκρη, και βρίσκεται στην ίδια ευθεία με τη σπονδυλική στήλη όταν ο σκύλος βρίσκεται σε "φέρμα". Το τρίχωμα του είναι κοντό, σκληρό, γυαλιστερό και έχει χρώμα λευκό με μαύρες, κίτρινες ή καστανοκόκκινες βούλες, σε συνδυασμό ή όχι με κηλίδες. Ακόμη, υπάρχουν Πόιντερς με μαύρο, κίτρινο ή καστανοκόκκινο χρωματισμό. Ο σκύλος Πόιντερ θεωρείται το καλύτερο κυνηγόσκυλο "φέρμας" και γι' αυτό άλλωστε συνετέλεσε στη δημιουργία πολλών άλλων κυνηγετικών φυλών, όπως Βίζλα, Κούρτσχαρ, Σπάνιελ της Βρετάνης κ.ά. Τα πολύ αναπτυγμένα κυνηγετικά του χαρακτηριστικά έχουν ως αποτέλεσμα, όταν δεν είναι εκπαιδευμένος (ντρεσσαρισμένος) να ενεργεί ακολουθώντας μόνο το ένστικτο του. Έτσι, λόγω υπερβολικού ζήλου, δείχνει ανυπακοή στον κυνηγό, συχνά απομακρύνεται πολύ από κοντά του ασυγκράτητος και κατά το ομαδικό κυνήγι ανταγωνίζεται τα άλλα κυνηγόσκυλα με αποτέλεσμα να αποσπάται η προσοχή του. Ακόμη, ο σκύλος Πόιντερ δεν αγαπά το νερό και αποφεύγει το "πυκνό".
Όπως μαρτυρεί και η ονομασία της έχει αγγλική καταγωγή. Δημιουργήθηκε πιθανώς από διαδοχικές διασταυρώσεις ατόμων του Ισπανικού δείκτη με εκείνα διάφορων φυλών Σπάνιελς. Πράγματι, αν από ένα σκύλο της αγγλικής φυλής Σέτερ αφαιρεθεί το μακρύ τρίχωμα ο σκύλος αυτός θα μοιάζει πάρα πολύ με Πόιντερ. Από την άλλη μεριά, το έντονα αναπτυγμένο ένστικτο της θηραματοφορίας, καθώς και η αγάπη του για το νερό οδηγούν στη συμμετοχή σκύλων Σπάνιελς για τη δημιουργία αυτής της φυλής. Ο Edward Laverack ήταν ο άνθρωπος που σταθεροποίησε τα χαρακτηριστικά της φυλής, η οποία για πάρα πολλά χρόνια είχε το όνομα του (Laverack Setter). Αργότερα τη σκυτάλη πήρε ο Purcell - Liewellin με τους περίφημους σκύλους Σέττερς που πήραν επίσης το όνομα του. Ο σκύλος της φυλής αυτής είναι μεγαλόσωμος. Έχει μεσαίου μήκους αυτιά, που εκφύονται χαμηλά στο κεφάλι, κρέμονται στα πλάγια του κεφαλιού και είναι καλυμμένα με αρκετά μακρύ και λεπτό τρίχωμα. Το ρύγχος του είναι αρκετά μακρύ (το μήκος του πρέπει να είναι ίσο με το μισό του μήκους του κεφαλιού) και σχηματίζει, σε πλάγια όψη, περίπου ορθογώνιο. Έχει ουρά -γιαταγάνι, αρκετά μακριά και η κατεύθυνση και το μήκος του τριχώματος της δίνει σε αυτήν ένα χαρακτηριστικό κωνοειδές σχήμα. Το τρίχωμα του είναι αρκετά μακρύ, πλούσιο, απαλό και γυαλιστερό, με χρωματισμό λευκό με μαύρες, κίτρινες ή κόκκινες βούλες ή και κηλίδες. Επίσης, μπορεί να είναι τρίχρωμο (μαύρο, κόκκινο και καστανό) ή ολόλευκο. Έχει σπάνια κυνηγετικά χαρακτηριστικά. Είναι έξυπνο, δε φοβάται το νερό, αντέχει στις χαμηλές θερμοκρασίες και έχει την ικανότητα να "φερμάρει" κάνοντας κύκλο. Με αυτόν τον τρόπο βάζει το θήραμα ανάμεσα σε αυτόν και τον κυνηγό και το αναγκάζει έτσι να πετάξει κατακόρυφα προς τα πάνω. Το μόνο μειονέκτημα του είναι ότι το μακρύ του τρίχωμα μπερδεύεται συχνά με χόρτα στη διάρκεια του κυνηγιού και έτσι χρειάζεται συχνό βούρτσισμα, όπως άλλωστε όλοι οι μακρότριχοι σκύλοι.
Κατάγεται από τη Ρωσία. Αρχικά, ο σκύλος της φυλής αυτής ήταν βαρύσωμος, μετά όμως από την εισαγωγή του στη Μ. Βρετανία γύρω στα 1900, διασταυρώθηκε κυρίως με Μπλάντχαουντ, με αποτέλεσμα να μειωθεί αισθητά το μέγεθος του και να βελτιωθεί η οσφρητική του ικανότητα. Τα εξωτερικά μορφολογικά χαρακτηριστικά του σκύλου της φυλής αυτής είναι παρόμοια με εκείνα του Λάμπραντορ. Διαφέρει κατά την ουρά που είναι πιο μακριά και το τρίχωμά του που είναι πιο απαλό, ίσιο ή κυματιστό και χρώματος από χρυσαφί (όπως μαρτυρεί και το όνομα του) ως ανοικτό κρεμ. Δεν επιτρέπεται καμιά κηλίδα άλλου χρώματος. Είναι κατά κύριο λόγο θηραματοφόρο, όπως και ο σκύλος Λάμπραντορ, με τη διαφορά ότι είναι λιγότερο ταχύ και δεν αρέσει το κρύο νερό, λόγο του λεπτού τριχώματος του που δεν του παρέχει προστασία.
Η καταγωγή της είναι άγνωστη. Σύμφωνα με μια εκδοχή, η δημιουργία της οφείλεται σε ένα ζευγάρι σκύλων φυλής Νιουφάουντλαντ ή Νέας Γης, που δώρισε ένας Βρετανός πλοίαρχος στον Αμερικάνο συνάδελφο του, στις ακτές του Maryland της Αμερικής. Οι ακτές αυτές θεωρούνται ότι είναι ο παράδεισος των κυνηγών πάπιας. Τα εξωτερικά μορφολογικά χαρακτηριστικά του σκύλου της φυλής αυτής είναι παρόμοια με εκείνα των δύο άλλων Ρετρίβερς. Διαφέρει κατά το τρίχωμα του που είναι πολύ πυκνό, κοντό, κυματιστό και με χρωματισμό συνήθως καστανοκόκκινο. Επιπλέον, είναι λιπαρό καθώς το λίπος του εξασφαλίζει τέλεια μόνωση (με ένα τίναγμα του σώματος του μένει στεγνό), αλλά το κάνει να αναδίδει μια δυσάρεστη οσμή. Είναι κατά κύριο λόγο θηραματοφόρο και ονομαστό για την αντοχή του σε βαθμό που οι κάτοχοι του να θεωρούν ότι οι αγώνες στους οποίους συμμετέχει δεν είναι τόσο δύσκολοι και σκληροί. Έτσι, δε διστάζει να κυνηγήσει θηράματα κάτω από συνθήκες πολύ αντίξοες, όπως μέσα σε παγωμένα νερά ποταμού και αντίθετα με το ρεύμα του. Ένα άλλο μεγάλο προσόν είναι η εκπληκτική μνήμη του. Μπορεί και αποτυπώνει στη μνήμη του μέχρι έξι διαφορετικές τοποθεσίες που είδε να πέφτουν σκοτωμένα πουλιά. Έχουν αναφερθεί περιπτώσεις ανεύρεσης και μεταφοράς μέχρι και 200 πουλιών και περιπτώσεις μεταφοράς μίας πάπιας μετά από κολύμπι ενάμιση χιλιόμετρο. Μπορεί να χρησιμοποιηθεί και ως σκύλος συντροφιάς, αλλά έχει το μειονέκτημα του ευερέθιστου χαρακτήρα.
Η ονομασία της μαρτυρεί καταγωγή γαλλική. Στην πραγματικότητα, όπως οι περισσότερες φυλές κυνηγετικών δεικτών, προέρχεται από την Ισπανία του Μεσαίωνα. Εκεί, σκύλοι Σπάνιελ της Βρετάνης χρησίμευαν να "φερμάρουν" πουλιά τα οποία, από έλλειψη κυνηγετικών όπλων, συλλαμβάνονταν με ειδικά εκπαιδευμένους αετούς ή γεράκια. Στη Γαλλία εισήχθηκαν 1.000 χρόνια μετά, δηλαδή το 15ο μ.Χ. αιώνα. Ο σημερινός σκύλος Σπάνιελ της Βρετάνης θεωρείται δημιούργημα του Γάλλου Αρτούρ που χρησιμοποίησε για το σκοπό αυτό ισπανικούς και γαλλικούς δείκτες. Ο σκύλος της φυλής αυτής είναι ο πιο μικρόσωμος δείκτης (μέσο ύψος 44-51 εκ. και μέσο βάρος 15-18 Kg), αλλά ταυτόχρονα και ακούραστος. Τα αυτιά του είναι μεσαίου μεγέθους και εκφύονται ψηλά στο κεφάλι. Η μικρή ουρά είναι χαρακτηριστική της φυλής. Σε περίπτωση που γεννηθούν κουταβάκια με μακριά ουρά, αυτή κόβεται, όχι όμως πάρα πολύ. Το τρίχωμα του είναι αρκετά μακρύ και ίσιο (επιτρέπονται οι κυματισμοί όχι όμως οι βόστρυχοι). Ο χρωματισμός του είναι λευκός με καστανές ή πορτοκαλιές κηλίδες. Το Σπάνιελ της Βρετάνης είναι το κυνηγόσκυλο "για όλες τις δουλειές", δηλαδή για όλα τα είδη κυνηγιού, αντίθετα με την ονομασία του Επανιέλ (στη γαλλική) ή Σπάνιελ (στην αγγλική) που αναφέρεται σε σκύλους οι οποίοι ξεσηκώνουν το θήραμα χωρίς να το "φερμάρουν". Αυτό, μπορεί και να "φερμάρει", όχι όμως σαν ένα Πόιντερ.
Πατρίδα της, όπως και όλων των άλλων φυλών Σπάνιελς, είναι η Ισπανία. Πάντως, όπως μαρτυρεί και η ονομασία της φυλής, ο σημερινός σκύλος Κόκερ Σπάνιελ είναι δημιούργημα των Βρετανών. Ο σκύλος της φυλής αυτής είναι μεσαίου μεγέθους (ύψος 38-41 εκ. τα αρσενικά και 37-40 εκ. τα θηλυκά και μέσο σωματικό βάρος 13-15 Kg). Έχει μεγάλα αυτιά, που εκφύονται χαμηλά στο κεφάλι (στο ύψος των ματιών), κρέμονται στα πλάγια του κεφαλιού και είναι καλυμμένα με μακρύ, απαλό και κυματιστό ή κατσαρό τρίχωμα. Το ρύγχος του είναι αρκετά μακρύ και σχηματίζει σε πλάγια όψη, περίπου ορθογώνιο. Η ουρά του εκφύεται χαμηλά και πρέπει να κόβεται, όχι όμως πολύ κοντή. Το τρίχωμά του είναι μακρύ, πολύ απαλό και ίσιο, με χρωματισμό απλό, δηλαδή μαύρο, καστανό, κόκκινο, καστανοκόκκινο ή μεικτό (τρίχρωμο). Στον απλό χρωματισμό δεν επιτρέπονται κηλίδες άλλου χρώματος εκτός από μια μικρή λευκή στο στήθος. Ο σκύλος Κόκερ Σπάνιελ είναι σήμερα πολύ δημοφιλής και περιζήτητος σε όλον τον κόσμο, κυρίως όμως ως σκύλος συντροφιάς.
Δημιουργήθηκε στην Αμερική από την Αγγλική φυλή Κόκερ Σπάνιελ, με συνεχή επιλογή και χωρίς καθόλου διασταύρωση με άλλη φυλή. Η εισαγωγή του Αγγλικού Κόκερ Σπάνιελ στην Αμερική έγινε το 1880 και η καταχώρηση του Αμερικάνικου ως φυλή έγινε το 1940, δηλαδή μετά εξήντα χρόνια. Ο σκύλος της φυλής αυτής είναι πιο μικρόσωμος από τον Αγγλικό (ύψος 37-39 εκ τα αρσενικά και 35-37 εκ. θυλικά και μέσο σωματικό βάρος 11-13 Kg). Έχει παρόμοια με του Αγγλικού αυτιά, αλλά καλυμμένα με πλουσιότερο τρίχωμα. Το ρύγχος του είναι βραχύτερο από εκείνο του Αγγλικού. Η ουρά του εκφύεται υψηλότερα από εκείνη του Αγγλικού και πρέπει επίσης να κόβεται, όχι όμως πολύ κοντή. Το τρίχωμα του είναι αρκετά μακρύ, πολύ απαλό (μεταξένιο), ελαφρά κυματιστό και έχει τους ίδιους χρωματισμούς με του Αγγλικού. Είναι σκύλος με ήρεμο και χαρούμενο χαρακτήρα και πολύ δημοφιλής σήμερα, ιδίως ως σκύλος συντροφιάς.
Είναι πρόγονος όλων των άλλων φυλών Σπάνιελς αναγνωρίστηκε όμως ως φυλή το 1902 στη Μ. Βρετανία και το 1932 στην Αμερική. Ο σκύλος της Αγγλικής Σπρίγγερ Σπάνιελ είναι μεσαίου μεγέθους (μέσο ύψος 50 εκ και μέσο σωματικό βάρος 22-24 Kg). Έχει παρόμοια αυτιά, ουρά και τρίχωμα με εκείνα του Αγγλικού Κόκερ Σπάνιελ. Η κυνηγετική ικανότητα αυτού του Σπάνιελ έχει διασωθεί μέχρι σήμερα. Είναι ιδιαίτερα δημοφιλές στην Αμερική ως κυνηγόσκυλο για φασιανούς, δηλαδή για πουλιά που όταν διώκονται, αυτά προτιμούν να τρέχουν μπροστά στον κυνηγό και να μη σηκώνονται. Ένα κυνηγόσκυλο Πόιντερ θα διέκοπτε ("έσπαζε" στη γλώσσα των κυνηγών) κάθε τόσο τη "φέρμα" του, ενώ αυτό το Σπάνιελ τρέχει συνεχώς πίσω από τους φασιανούς, πιέζοντας τους να σηκωθούν. Το Αγγλικό Σπρίγγερ Σπάνιελ δεν πρέπει να συγχέεται με το Σπρίγγερ Σπάνιελ Ουαλλίας ή Κόκερ Ουαλλίας, που είναι κοντότερο και με μακρύτερο σώμα και ρύγχος από ό,τι το Αγγλικό το τρίχωμα του έχει χρώμα λευκό με κόκκινες κηλίδες. Τέλος, από τα πολλά Σπάνιελς που υπάρ-χουν αξίζει να αναφερθεί μια ακόμη φυλή, η ΣάσσεξΣπάνιελ (Sussex Spaniel). Ο μικρόσωμος αυτός κυνηγετικός σκύλος έχει δύο ιδιαιτερότητες σε σχέση με τα άλλα Σπάνιελς: 1) Το χρυσαφί χρώμα του και 2) το συχνό γάβγισμα του κατά τη διάρκεια του κυνηγιού αυτό πιθανώς να οφείλεται στο γεγονός ότι στον τόπο καταγωγής του (Σάσσεξ Αγγλίας) υπήρχε πολύ "πυκνό", με αποτέλεσμα το γάβγισμα να βοηθά τον κυνηγό στον εντοπισμό του σκύλου.
Η σχετικά νέα αυτή φυλή κατάγεται από τπ Γερμανία και για τη δημιουργία της χρησιμοποιήθηκαν σκύλοι Αγγλικού και Ισπανικού δείκτη, Μπλάντχαουντ (σε αυτούς οφείλεται η αναπτυγμένη κυνηγετική ικανότητα), Φόξχαουντ (σε αυτούς οφείλεται η μεγάλη αντοχή) και Πουντλ (σε αυτούς οφείλεται η μεγάλη εξυπνάδα). Μπορεί να φαίνεται περίεργη η ανάμειξη τόσο πολλών φυλών, στη Γερμανία όμως κυνηγούν σε κυνηγετικά "πάρκα", όπου υπάρχουν πολλών ειδών θηράματα (φτερωτά και τριχωτά) και έτσι είναι δυνατό το κυνήγι του αγριόχοιρου, του λαγού ή του φασιανού, στον ίδιο χώρο. Η ανάγκη ενός κυνηγόσκυλου που να μπορεί ταυτόχρονα να "φερμάρει", να βρίσκει και μεταφέρει το θήραμα ακόμη και μέσα στο νερό, να ιχνηλατεί διάφορα είδη θηραμάτων και να εκπαιδεύεται εύκολα, οδήγησε στη δημιουργία αυτής της φυλής. Ο σκύλος της φυλής αυτής είναι μεγαλόσωμος (ύψος 58-63 εκ. τα αρσενικά και 53-58 εκ. τα θηλυκά και μέσο σωματικό βάρος 25-32 Kg). Έχει μεσαίου μεγέθους αυτιά, που κρέμονται στα πλάγια του κεφαλιού και έχουν στρογγυλεμένες άκρες και ρύγχος όχι πολύ μακρύ, σχεδόν τετράγωνο σε πλάγια όψη. Η ουρά του πρέπει να κόβεται, όχι όμως πάρα πολύ (περίπου στο 1/3 του όλου μήκους της). Το κοντό και μέτρια σκληρό τρίχωμα, του παρέχει προστασία στο "πυκνό" και το νερό. Ο χρωματισμός του τριχώματος του είναι λευκός με πιτσιλιές και μεγάλες κηλίδες καστανού χρώματος ή όλος καστανός. Χρησιμοποιείται ως κυνηγόσκυλο, ιδιαίτερα στη Γερμανία, όπου είναι πολύ δημοφιλές, για την εξίσου καλή "φέρμα" και θηραματοφορία του.
Πατρίδα της είναι η Γερμανία και προ-έρχεται από διασταύρωση σκύλων Γερμανικού και Αγγλικού δείκτη, σκληρότριχου Γκριφφόν, Μπλάντχαουντ και Ερντέιλ Τερριέ. Η συμμετοχή σκύλων με τόσο διαφορετικό τρίχωμα έχει ως αποτέλεσμα τη γέννηση στην ίδια τοκετοομάδα ορισμένων κουταβιών, τα οποία δεν έχουν το τρίχωμα που καθορίζεται από το σταθερό τύπο της φυλής. Ο σκύλος Ντράτχαρ είναι μεγαλόσωμος (ύψος 60-67 εκ. τα αρσενικά και 56-62 εκ. τα θηλυκά και μέσο σωματικό βάρος 27-32 Kg).Έχει μεσαίου μεγέθους αυτιά, που κρέμονται στα πλάγια του κεφαλιού και ρύγχος μακρύ, σχεδόν τετράγωνο σε πλάγια όψη. Η ουρά του πρέπει να κόβεται, όχι όμως πάρα πολύ. Το τρίχωμα του είναι πολύ σκληρό, "συρμάτινο" (draht = σύρμα στη γερμανική), πυκνό, μακρύτερο από εκείνο του Κούρτσχαρ, ελαφρό, ανορθωμένο (όχι σε επαφή με το σώμα) και κυματιστό. Είναι ιδιαίτερα μακρύ και σκληρό πάνω από τα μάτια (δασύτριχα φρύδια) και γύρω από το ρύγχος (γένια και μουστάκια). Ο χρωματισμός του είναι γκρίζος με καστανές πιτσιλιές, όχι σαφώς διαγραμμένες, ή όλος καστανός (στις διάφορες αποχρώσεις του, από πολύ ανοικτό ως πολύ σκούρο). Χρησιμοποιείται ως κυνηγόσκυλο. Επίσης, λόγω του ευερέθιστου χαρακτήρα του χρησιμοποιείται και ως φύλακας, πράγμα σπάνιο για κυνηγόσκυλο "φέρμας", όπως προαναφέρθηκε.
Η φυλή αυτή έχει πατρίδα τη Γερμανία. Δημιουργήθηκε πριν 160 περίπου χρόνια από Ευγενείς της αυλής της Βεϊμάρης, οι οποίοι ήθελαν να κρατήσουν τον όμορφο αυτό κυνηγετικό σκύλο μέσα στα γερμανικά σύνορα και στα χέρια μόνο των Ευγενών. Αν κάποιος άνθρωπος κατώτερος κοινωνικά είχε στην κατοχή του το σκύλο αυτό τιμωρούνταν. Αργότερα, λίγα χρόνια μετά το 2ο Παγκόσμιο Πόλεμο, εισήχθηκε στην Αμερική και ήταν ένας σκύλος για λίγους. Ο κάτοχος του έπρεπε να δηλώσει ένορκα ότι δε θα τον διασταυρώσει με σκύλο άλλης φυλής. Βέβαια τα πράγματα άλλαξαν με την πάροδο του χρόνου. Ο σκύλος της φυλής αυτής είναι ένας μεγαλόσωμος κυνηγετικός σκύλος "φέρμας" (ύψος 61-69 εκ. τα αρσενικά και 56-64 εκ. τα θηλυκά σωματικό βάρος 32-38 Kg τα αρσενικά και 22-30 Kg τα θηλυκά), με μυώδη και συμμετρική σωματική διάπλαση. Έχει μεσαίου μεγέθους αυτιά, που εκφύονται αρκετά ψηλά στο κεφάλι και μακρύ ρύγχος. Η ουρά του κόβεται στο 1/3 του όλου μήκους της. Το τρίχωμα του είναι κοντό και σκληρό, με χρωματισμό γκρι ασημί ή γκρι ποντίκι. Τα μάτια του είναι γκριζογάλανα ή κίτρινα κεχριμπαρένια. Έχει παρόμοια με το σκύλο Κούρτσχαρ και Ντράτχαρ κυνηγετικά προσόντα και δύο κοινά με αυτούς μειονεκτήματα: 1) Κρατά υπερβολικά σφιχτά το θήραμα στο στόμα και 2) δεν αναπτύσσει μεγάλη ταχύτητα στο τρέξιμο, δηλαδή είναι κάπως βαρύ κυνηγόσκυλο.
Ο σκύλος της φυλής Βίζλα είναι το εθνικό κυνηγόσκυλο της Ουγγαρίας. Είναι μεγαλόσωμος (ύψος 56-64 εκ. τα αρσενικά και 53-59 εκ. τα θηλυκά και μέσο σωματικό βάρος 22-28 Kg), με μυώδη σωματική διάπλαση. Τα αυτιά του είναι αρκετά μακριά και κρέμονται στα πλάγια του κεφαλιού. Η ουρά του κόβεται στο 1/3 του όλου μήκους της. Έχει τρίχωμα κοντό, μέτρια σκληρό, χρώματος χρυσαφί. Υπάρχει και ο Ουγγρικός δείκτης με πολύ σκληρό τρίχωμα. Έχει παρόμοια κυνηγετική ικανότητα με το σκύλο Κούρτσχαρ. Χαρακτηρίζεται από πειθαρχία και αφοσίωση. Εκτός από τα κυνηγόσκυλα "φέρμας" που προαναφέρθηκαν υπάρχουν και άλλα λιγότερο γνωστά, όπως: 1) Το Κλάμπερ Σπάνιελ (με μεγάλη κυνηγετική ικανότητα), 2) το Ιρλανδικό Γουότερ Σπάνιελ (με πολύ σγουρό τρίχωμα), 3) το Γκριφφόν (σκληρότριχο γαλλικό κυνηγόσκυλο), 4) ο Γερμανικός μακρότριχος δείκτης, 5) ο Δείκτης ή Σπάνιελ του Μύνστερλαντ (υπάρχει ο μικρόσωμος, με χρωματισμό τριχώματος λευκό με καστανές περιοχές, βούλες και πιτσιλιές και ο μεγαλόσωμος, με χρωματισμό λευκό με μαύρες περιοχές, βούλες και πιτσιλιές) κ.ά. Κυνηγετικοί δίωξης ή λαγωνικά (Hound group)Τα κυνηγόσκυλα αυτής της ομάδας χωρίζονται σε δύο υποομάδες στην πρώτη ανήκουν κυνηγόσκυλα ιχνηλασίας (ιχνηλάτες, trackers) που κυνηγούν χρησιμοποιώντας την πολύ ευαίσθητη όσφρησή τους, καταδιώκουν δηλαδή το θήραμα γαβγίζοντας και ακολουθώντας τα ίχνη που αφήνει αυτό στο έδαφος. Δεν είναι μεγαλόσωμα, δεν αναπτύσσουν μεγάλη ταχύτητα κατά το τρέξιμο και γίνονται εύκολα φίλοι με τον άνθρωπο. Στη δεύτερη υποομάδα ανήκουν κυνηγόσκυλα που κυνηγούν χρησιμοποιώντας την πολύ καλή όραση και ταχύτητά τους, ενώ η οσφρητική ικανότητά τους είναι πολύ μικρή εντοπίζουν λοιπόν το θήραμα και αρχίζουν να το καταδιώκουν αναπτύσσοντας πολλές φορές μεγάλη ταχύτητα (μέχρι 80 km/ώρα). Γι' αυτή τη μεγάλη ικανότητά τους στο τρέξιμο χρησιμοποιούνται και στις κυνοδρομίες (δρόμωνες, δρομείς). Η αεροδυναμική κατασκευή του σώματος τους μειώνει την αντίσταση του αέρα και διευκολύνει την ανάπτυξη τέτοιων ταχυτήτων. Βέβαια, η ικανότητά τους αυτή αποτελεί μειονέκτημα στη ζωή της πόλης με τους τόσους κινδύνους στους δρόμους. Ακόμη, τα κυνηγόσκυλα αυτά δεν πρέπει να αφήνονται ελεύθερα σε κοινόχρηστους χώρους, γιατί λόγω της ικανότητάς τους να κυνηγούν χρησιμοποιώντας περισσότερο την όραση μπορεί να επιτεθούν σε μικρά κατοικίδια ζώα που θα τα περάσουν για θηράματα. Γίνονται εύκολα φίλοι με τον άνθρωπο. Τα κυνηγόσκυλα που ανήκουν και στις δύο αυτές υποομάδες χρησιμοποιούνται κυρίως για το κυνήγι τριχωτών θηραμάτων. Κυριότερες φυλές α) Ιχνηλάτες
Είναι ο μοναδικός ελληνικός σκύλος σήμερα που θεωρείται ότι ανήκει σε φυλή. Η προέλευσή του χάνεται στα βάθη των αιώνων. Είναι μεσαίου μεγέθους σκύλος (μέσο ύψος 47-55 εκ. τα αρσενικά και 45-53 εκ. τα θηλυκά και μέσο σωματικό βάρος 17-20 Kg). Έχει κεφάλι μακρόστενο και αυτιά που είναι μεσαίου μεγέθους, έχουν στρογγυλεμένες άκρες, εκφύονται ψηλά και κρέμονται στα πλάγια του κεφαλιού. Ο θώρακάς του είναι ευρύς και βαθύς, η κοιλιά του είναι κοιλιά λαγωνικού και η ουρά του, μεσαίου μήκους, είναι ουρά - γιαταγάνι/Εχει τρίχωμα πολύ κοντό, πυκνό, ίσιο και μέτρια σκληρό, χρώματος μαύρου και πυρρόξανθου (όχι σε σαφώς διαγραμμένες περιοχές), με μια μικρή λευκή κηλίδα στο στήθος. Υπάρχει και ο ουλότριχος ελληνικός ιχνηλάτης. Είναι θαυμάσιος ιχνηλάτης, όπως μαρτυρεί και το όνομά του, με μεγάλη οσφρητική ικανότητα και για όλα τα είδη του κυνηγιού.
Ο σκύλος της φυλής αυτής έχει πατρίδα την Ελβετία και συγκεκριμένα την περιοχή των γαλλοελβετικών συνόρων (όρη Γιούρα), αλλά προέρχεται από κυνηγόσκυλα της περιοχής του Νείλου ποταμού, που μεταφέρθηκαν στην Ευρώπη από τους Φοίνικες. Είναι μεσαίου μεγέθους σκύλος (μέσο ύψος 40 εκ. για το αρσενικό και μέσο σωματικό βάρος 18-20 Kg). Μοιάζει πολύ με το σκύλο του Αγ. Ουμβέρτου με τον οποίο, σύμφωνα με ορισμένους συγγραφείς, έχει στενή σχέση.Έχει κεφάλι σχετικά ογκώδες και μεγάλα και φαρδιά αυτιά που εκφύονται χαμηλά. Η ουρά του είναι μέτρια σε μήκος και ίσια ή με ελαφιά καμπύλη. Το τρίχωμά του είναι πυκνό, κοντό, μέτρια σκληρό, χρώματος καστανού, κίτρινου ή κοκκινωπού, με ή χωρίς μαύρο στη χώρα της ράχης και του θώρακα. Ακόμη, μπορεί να είναι μαύρο, με καστανό σε ορισμένες περιοχές. Μια ή περισσότερες άσπρες κηλίδες στο στήθος είναι επιτρεπτές. Έχει πολύ αναπτυγμένα τα κυνηγετικά χαρακτηριστικά του ιχνηλάτη.
Ο σκύλος της φυλής αυτής, όπως μαρτυρεί και η ονομασία της, έχει πατρίδα την Ιταλία, αλλά προέρχεται από διασταύρωση αιγυπτιακών κυνηγόσκυλων με ιταλικούς μολοσσούς. Είναι μεγαλόσωμος σκύλος (μέσο ύψος 52-58 εκ. τα αρσενικά και 48-56 εκ. τα θηλυκά και μέσο σωματικό βάρος 18-28 Kg), με μακρόστενο ρύγχος, μεγάλα και φαρδιά αυτιά που εκφύονται χαμηλά και ουρά - γιαταγάνι. Το τρίχωμά του μπορεί να είναι κοντό, μέτρια σκληρό, πυκνό και γυαλιστερό. Ο χρωματισμός του τριχώματος του μπορεί να είναι καστανός (σε όλες τις αποχρώσεις) ή μαύρος με καστανό. Υπάρχει και ο Ιταλικός ιχνηλάτης με σκληρό και αρκετά μακρύ τρίχωμα, το οποίο όμως δεν πρέπει να ξεπερνάει σε μήκος τα 15 cm. Είναι ιχνηλάτης με σπάνια κυνηγετικά χαρακτηριστικά.
Η φυλή αυτή περιλαμβάνει σκύλους που είναι από τους παλιότερους ιχνηλάτες. Προέρχεται από μαύρους σκύλους του Αγ. Ουμβέρτου, που ανήκει σε μια κυνηγετική φυλή την οποία δημιούργησαν μοναχοί σε μοναστήρι των Αρδενών (Βέλγιο) τον 6ο μ.Χ. αιώνα. Στη Μ. Βρετανία πρέπει να εισήχθηκε γύρω στα 800 μ.Χ. Το όνομα Μπλάντχαουντ δεν έχει καμιά σχέση με την αρχική ερμηνεία που δόθηκε, ότι δηλαδή είναι ένας σκύλος που διψά για αίμα (blood στην αγγλική σημαίνει αίμα). Στην πραγματικότητα, με το όνομά του, έγινε προσπάθεια να τονιστεί το καθαρόαιμο υπόβαθρο της φυλής (pure blood = καθαρό αίμα), σε αντίθεση με άλλες φυλές που προήλθαν μετά από επανειλημμένες διασταυρώσεις. Γι' αυτήν την αιτία άλλωστε πολλοί συγγραφείς θεωρούν ότι οι φυλές Μπλάντχαουντ και Αγ. Ουμβέρτου είναι ίδιες. Ο σκύλος Μπλάντχαουντ είναι μεγαλόσωμος και ο πιο βαρύσωμος από τους ιχνηλάτες (μέσο ύψος 67 εκ. τα αρσενικά και 60 εκ. τα θηλυκά και μέσο σωματικό βάρος 40-48 Kg). Ιδιαίτερα χαρακτηριστικό είναι το κεφάλι του, που είναι μακρύ, μεγάλο σε σχέση με το σώμα του και καλυμμένο με δέρμα τόσο χαλαρό ώστε να κρέμεται στα μάγουλα και να σχηματίζει βαθειές ρυτίδες στην περιοχή γύρω από τα μάτια' λόγω των πτυχών αυτών τα μάτια φαίνονται βαθουλωμένα και το πρόσωπο αποκτά μια ιδιαίτερη έκφραση. Πτυχές σχηματίζονται και στο δέρμα του λαιμού (προγούλι). Τα αυτιά του είναι χαρακτηριστικά μεγάλα και φαρδιά και εκφύονται χαμηλά στο κεφάλι. Η ουρά του είναι αρκετά μακριά και το τρίχωμά του πολύ πυκνό, κοντό και σκληρό σε όλο το σώμα εκτός από το κεφάλι και τα αυτιά που είναι πιο απαλό. Το τρίχωμά του έχει συνήθως χρώμα μαύρο και κοκκινωπό ή καστανό (Black and Tan), σε όχι έντονα διαγραμμένες περιοχές. Έχει μεγάλη οσφρητική ικανότητα, γι' αυτό και χρησιμοποιείται για όλα σχεδόν τα είδη των θηραμάτων. Επίσης, μπορεί να χρησιμοποιηθεί από την αστυνομία, για την ανεύρεση ανθρώπων θαμμένων στα χιόνια κτλ. Αναφέρεται ως ο ιχνηλάτης με την πιο ευαίσθητη όσφρηση. Αυτό οφείλεται στο μεγάλο αριθμό οσφρητικών κυττάρων που διαθέτει (220 εκατομμύρια έναντι 125 εκατομμυρίων του σκύλου Ντάσχουντ). Ενδεικτικά αναφέρεται ότι ο άνθρωπος διαθέτει μόνο 5 εκατομμύρια οσφρητικά κύτταρα.
Κατάγεται από τη Γαλλία, προέρχεται από τη Μπλάντχαουντ και αναγνωρίστηκε στη Μ. Βρετανία το 1883 και στις Η.Π.Α. το 1964. Ο σκύλος της φυλής αυτής είναι μικρόσωμος (μέσο ύψος 37-39 εκ. και μέσο σωματικό βάρος 18-23 Kg), με μακρόστενο σώμα και μυώδη σωματική διάπλαση. Το κεφάλι του έχει πολλά κοινά χαρακτηριστικά με εκείνα του Μπλάντχαουντ. Έχει μακριά αυτιά που εκφύονται χαμηλά και μάτια με τα κάτω βλέφαρα τραβηγμένα προς τα κάτω έτσι ώστε να φαίνεται ο υπέρυθρος επιπεφυκότος. Τα άκρα του είναι κοντόχοντρα και γεροδεμένα' συνήθως τα πρόσθια είναι στραβά. Η ουρά του είναι αρκετά μακριά και το τρίχωμά του είναι κοντό, σκληρό και λείο. Δεν υπάρχουν περιορισμοί στο χρωματισμό του τριχώματος του, συνήθως όμως είναι μαύρος και καστανός. Λόγω της μεγάλης οσφρητικής ικανότητάς του χρησιμοποιείται για το κυνήγι πολλών ειδών θηραμάτων, όπως αλεπούδων, ελαφιών, λαγών, φασιανών κ.ά. Είναι ιχνηλάτης ιδιαίτερα δημοφιλής στο κυνήγι "κατά αγέλη" (κοπαδιαστό) όπου συμμετέχουν πολλά Μπασσέ Χάουντ οι κυνηγοί ακολουθούν από πίσω με τα πόδια, γιατί οι σκύλοι αυτοί λόγω των κοντών και στραβών άκρων τους δεν μπορούν να τρέξουν πολύ (γι' αυτό άλλωστε και σε αυτόν τον τύπο κυνηγιού προτιμώνται αυτά που έχουν τα πιο ίσια άκρα). Το Μπασσέ Χάουντ, λόγω της αστείας εμφάνισής του χρησιμοποιείται ως σκύλος τσίρκου κτλ. (εδώ προτιμώνται εκείνα με τα πιο στραβά άκρα). Ακόμη, λόγω του πολύ ήρεμου και φιλικού χαρακτήρα του είναι σήμερα πολύ δημοφιλής ως σκύλος συντροφιάς.
Παλιότερα οι επιστήμονες θεωρούσαν ότι πατρίδα της φυλής αυτής είναι η Αίγυπτος. Σήμερα επικρατεί η άποψη ότι κατάγεται από τη Γερμανία' το σίγουρο είναι ότι στη χώρα αυτή ο σκύλος Ντάσχουντ έλαβε τη σημερινή του μορφή. Ο σκύλος της φυλής αυτής μπορεί να είναι κανονικός (μέσο Σ.Β. 9 Kg),μικρόσωμος (μέσο σωματικό βάρος 4 Kg) ή νανόσωμος (μέσο σωματικό βάρος 3,5 Kg). Το μέσο ύψος του αρσενικού κυμαίνεται από 12 ως 22 εκ. Έχει μυώδη σωματική διάπλαση, αναπτυγμένο (προτεταμένο) στήθος, μακρόστενο σώμα και άκρα αφύσικα κοντά. Η παραμόρφωση αυτή των άκρων αποδίδεται σε χονδροδυστροφιά αυτή οφείλεται σε μεταλλαγμένα γονίδια που έκαναν την εμφάνισή τους σε κάποια φάση της διαδικασίας δημιουργίας της φυλής και με την πάροδο του χρόνου το χαρακτηριστικό αυτό σταθεροποιήθηκε. Έχει ρύγχος στενό και αρκετά μακρύ και αυτιά μεσαίου μεγέθους και χωρίς πτυχές, που κρέμονται στα πλάγια του κεφαλιού και εκφύονται ψηλά και σε απόσταση μεταξύ τους. Η ουρά του είναι μέτρια σε μήκος και το τρίχωμά του κοντό, απαλό, λείο και με χρωματισμό είτε απλό (καστανός ή κίτρινος), είτε μεικτό δίχρωμο (μαύρος, σκούρος καστανός ή γκρίζος με ανοικτό καστανό), είτε σύνθετο ("τιγρέ", "αρλεκίνος"). Ο σκύλος Μπασσέ Τέκελ λόγω των πολύ κοντών άκρων και του μακρόστενου ρύγχους του, χρησιμοποιείται κυρίως για κυνήγι θηραμάτων μέσα στην υπόγεια φωλιά τους (ασβός κτλ.) Είναι πολύ έξυπνος, υπάκουος και αφοσιωμένος, γι’ αυτό και σήμερα είναι πολύ δημοφιλής ως σκύλος συντροφιάς. Εκτός από τη Βραχύτριχη Ντάσχουντ υπάρχει και η Μακρότριχη και η Σκληρότριχη Ντάσχουντ για τις οποίες ισχύουν τα εξής: Μακρότριχη Ντάσχουντ (Long - Haired Dachshund): Προέρχεται από διασταύρωση της Βραχύτριχης με Σπάνιελ. Διαφέρει από τη Βραχύτριχη μόνο στο τρίχωμα που είναι μακρύτερο, ίσιο ή ελαφρά κυματιστό (ιδιαίτερα στα αυτιά, την ουρά και την κάτω επιφάνεια του σώματος). Σκληρότριχη Ντάσχουντ (Wire - Haired Dachshund): Προέρχεται από διασταύρωση της Βραχύτριχης με τη Σνάουζερ και την Ντάντυ ΝτίνμοντΤερριέ. Διαφέρει από τη Βραχύτριχη μόνο στο τρίχωμα που είναι σκληρό. Ακόμη, σε αυτήν, όλα τα χρώματα είναι επιτρεπτά, εκτός από τις λευκές κηλίδες.
Θεωρείται ότι είναι η πιο παραδοσιακή, αγγλική, κυνηγετική φυλή. Ο σκύλος Μπιγκλ είναι μικρόσωμος (μέσο ύψος 35-40 εκ. τα αρσενικά και μέσο σωματικό βάρος 8,2-13,6 Kg). Έχει αυτιά μεγάλα, που κρέμονται στα πλάγια του κεφαλιού. Η ουρά του είναι μεσαίου μήκους. Το τρίχωμά του είναι μέτρια σκληρό, κοντό, λείο και μεικτού χρωματισμού (τρίχρωμο, δηλαδή μαύρο, καστανοκόκκινο ή πορτοκαλί και λευκό). Τα τρία χρώματα διαγράφονται ευκρινώς. Υπάρχει και ο σκύλος Μπιγκλ με πιο σκληρό τρίχωμα. Χρησιμοποιείται κυρίως στο κυνήγι του λαγού και της αλεπούς, αλλά και ως σκύλος συντροφιάς (ιδιαίτερα ο νανόσωμος Μπιγκλ ή "τσέπης" με ύψος ακρωμίου το πολύ 25 εκ.).
Δημιουργήθηκε από διασταυρώσεις κυρίως Γκρέυχαουντ, Μπουλντόγκ και Φοξ Τερριέ. Η πρώτη αγέλη Φόξχαουντ που αναφέρεται (1922) ανήκε στον Εδουάρδο Α1 της Αγγλίας. Ο σκύλος της φυλής αυτής είναι μεγαλόσωμος (μέσο ύψος 58-62 εκ. τα αρσενικά και μέσο σωματικό βάρος 32 Kg). Γενικά όμως, δεν υπάρχουν αυστηροί περιορισμοί για το ύψος που πρέπει να έχει. Τα αυτιά του έχουν μεσαίο μέγεθος και κρέμονται στα πλάγια του κεφαλιού. Η ουρά του είναι μεσαίου μήκους. Το τρίχωμά του είναι πολύ κοντό, σκληρό και λείο είναι τρίχρωμο (μαύρο, καστανοκόκκινο ή πορτοκαλί και λευκό). Τα τρία χρώματα διαγράφονται ευκρινώς. Είναι το κατεξοχήν κυνηγόσκυλο για το κυνήγι "κατά αγέλη" της αλεπούς. Το μαρτυρεί και το όνομά του (fox = αλεπού). Φημίζεται για την οσφρητική ικανότητά του και αντοχή, όπως αναφέρεται, είναι ικανό να καλπάζει μπροστά από τους έφιππους κυνηγούς σχεδόν ολόκληρη ημέρα.
Κατάγεται από την Αίγυπτο. Από ζωγραφιές και κτερίσματα που βρέθηκαν στους βασιλικούς τάφους, συνάγεται ότι είναι πολύ παλιά φυλή. Σκύλοι της φυλής αυτής έζησαν χιλιάδες χρόνια πριν και χρησιμοποιούνταν κυρίως στο κυνήγι και για την εξόντωση των μεγάλων αρουραίων στις σιταποθήκες των Φαραώ. Οι πρώτοι Μπασέντζι που μεταφέρθηκαν από το Κογκό στη Μ. Βρετανία το 1895, πέθαναν από τη νόσο του Carre και μόνο το 1937 έγινε δυνατή η εισαγωγή και παραπέρα βελτίωση της φυλής στη Μ. Βρετανία. Ο σκύλος Μπασέντζι είναι μεσαίου μεγέθους (μέσο ύψος 44 εκ. τα αρσενικά και μέσο σωματικό βάρος 9-11 Kg). Χαρακτηρίζεται από το υπερήφανο κράτημα του κεφαλιού του, τα όρθια, κάτω του μεσαίου μεγέθους αυτιά και τις έντονα διαγραμμένες πτυχές (ρυτίδες) στο δέρμα του μετώπου, κάτι που του δίνει μια χαρακτηριστική έκφραση. Έχει αμυγδαλωτά μάτια, λοξά τοποθετημένα και ελικοειδή ουρά που εκφύεται ψηλά. Το τρίχωμά του είναι κοντό, σκληρό, γυαλιστερό, χρώματος καστανοκόκκινου με λευκό. Παλιότερα χρησίμευε ως οδηγός στην αφρικανική ζούγκλα, ως φύλακας από τα άγρια ζώα και ως λαγωνικό. Σήμερα χρησιμοποιείται ως σκύλος συντροφιάς, ιδιαίτερα από ανθρώπους που αγαπούν την ησυχία, δεδομένου ότι ο σκύλος αυτός έχει την ιδιορρυθμία να μη γαβγίζει αλλά να βγάζει ένα περίεργο ήχο σαν κλάμα. Εκτός από τις φυλές δίωξης (ιχνηλάτες) που προαναφέρθηκαν και είναι οι πιο γνωστές, υπάρχουν και άλλες φυλές λιγότερο διαδομένες, όπως: 1) Ρίτζμπακ Ροδεσίας (χρησιμοποιείται κατά αγέλη σε "σαφάρι" λιονταριών και πούμα), 2) Έλκχαουντ (νορβηγικός ιχνηλάτης για ελάφια), 3) Χάριερ (πολύ διαδομένος στην Αμερική ιχνηλάτης για λαγούς) κ.ά. β) Δρόμωνες ή δρομείς Σύμφωνα με άλλη κατάταξη, οι σκύλοι αυτοί αποτελούν ξεχωριστή κατηγορία ή ομάδα φυλών.
Τόπος καταγωγής της είναι η χερσόνησος του Σινά, παρόλο ότι το όνομά της μαρ-τυρεί το Αφγανιστάν ως τόπο καταγωγής της. Ο σκύλος της φυλής αυτής είναι πολύ μεγαλόσωμος (μέσο ύψος 70-75 εκ. τα αρσενικά και 65-70 εκ. τα θηλυκά και μέσο σωματικό βάρος 27 Kg και πάνω), με ξεχωριστή, μεγαλοπρεπή εμφάνιση. Το κεφάλι και το ρύγχος του είναι στενά και μακριά. Έχει μάτια σχεδόν τριγωνικά, τοποθετημένα λοξά στο κεφάλι. Τα αυτιά του είναι μεγάλα, κρέμονται στα πλάγια του κεφαλιού και καλύπτονται με μακρύ, απαλό και ελαφρώς κατσαρό τρίχωμα. Έχει άκρα πολύ μακριά και ουρά που εκφύεται αρκετά χαμηλά και είναι μακριά και κοχλιωτή στην άκρη. Το τρίχωμα είναι αρκετά κυματιστό, μεταξένιο και μακρύ σε όλο το σώμα πλην του κεφαλιού. Όλα τα χρώματα επιτρέπονται. Παλιότερα χρησιμοποιούνταν ως κυνηγόσκυλο ενώ σήμερα χρησιμοποιείται κυρίως ως σκύλος συντροφιάς. Είναι πολύ δημοφιλής, παρόλο ότι είναι πολύ μεγαλόσωμος για το σπίτι το τρίχωμά του, όπως όλων των μακρότριχων, προϋποθέτει συχνή περιποίηση και το ίδιο χρειάζεται αρκετό ελέύθερο χρόνο για να μπορεί να τρέχει και να εξασκείται.
Εισήχθηκε την εποχή των Σταυροφοριών στην Ευρώπη από την Περσία, αλλά κα-τάγεται από την Αραβία. Ο σκύλος Σαλούκι ήταν μετά το αραβικό άλογο ό,τι πιο πολύτιμο μπορούσε να αποκτήσει μια ασιατική οικογένεια, γι' αυτό και κοιμόταν μέσα στο σπίτι. Ο σκύλος της φυλής αυτής είναι μεγαλόσωμος (μέσο ύψος 66-74 εκ. τα αρσενικά και 62-65 εκ. τα θηλυκά και μέσο σωματικό βάρος 13-30 Kg), με στενό και μακρύ κεφάλι και ρύγχος και μάτια αμυγδαλωτά και λοξά τοποθετημένα.Έχει αυτιά μακριά (όχι όμως τόσο όσο αυτά του Αφγκάνχαουντ), που κρέμονται στα πλάγια του κεφαλιού. Έχει κοιλιά λαγωνικού, στήθος στενό και βαθύ και άκρα μακριά και λεπτά. Η μακριά ουρά του είναι ουρά-γιαταγάνι και εκφύεται χαμηλά. Υπάρχει το μακρότριχο και το βραχύτριχο Σαλούκι. Το μακρότριχο έχει τρίχωμα πυκνό, απαλό, ίσιο και μακρύ, ιδιαίτερα στα αυτιά, τα άκρα και την ουρά. Ο σκύλος Σαλούκι μπορεί να υπάρχει σε πολλά χρώματα και συνδυασμούς (λευκό, κόκκινο, καστανό, γκρι, μαύρο, κρεμ κ.ά.). Σήμερα, χρησιμοποιείται κυρίως ως σκύλος συντροφιάς.
Το όνομα Borzoi προέρχεται από τις ρωσικές λέξεις Borzaja Sobaka που σημαίνουν "σκύλος γρήγορος σαν τον άνεμο". Η φυλή αναπτύχθηκε ανατολικά των Ουραλίων. Για εκατοντάδες χρόνια η ρωσική αυτοκρατορία χρησιμοποιούσε τα Μπορζόι για το κυνήγι κυρίως λύκων και λαγών. Ο σκύλος Μπορζόι είναι πολύ μεγαλόσωμός (μέσο ύψος 75-80 εκ. τα αρσενικά και 70-75 εκ. τα θηλυκά και μέσο σωματικό βάρος 27 και πάνω), με αριστοκρατική εμφάνιση. Έχει κεφάλι και ρύγχος στενό και μακρύ, κυρτό επιρρίνιο και μάτια μεγάλα, αμυγδαλωτά και λοξά τοποθετημένα. Τα αυτιά του είναι μικρά, εκφύονται ψηλά στο κεφάλι και προς τα πίσω και στέκονται όρθια όταν ο σκύλος βρίσκεται σε εγρήγορση. Τα άκρα είναι μακριά, λεπτά, με όχι πολύ μακρύ τρίχωμα/Εχει κοιλιά λαγωνικού, καμπουρωτή ράχη και στήθος βαθύ και στενό. Η ουρά του είναι πολύ μακριά και εκφύεται χαμηλά. Το τρίχωμά του είναι απαλό, αρκετά μακρύ, λίγο ή πολύ κυματιστό και με ποικίλους χρωματισμούς, συνήθως όχι σκούρους. Παλιότερα, χρησιμοποιούνταν ως κυνηγόσκυλο ενώ σήμερα, χρησιμοποιείται κατά κύριο λόγο ως σκύλος συντροφιάς.
Ο τόπος καταγωγής της δεν είναι γνωστός. Οι πιο παλιές μαρτυρίες για την καταγωγή της προέρχονται από παραστάσεις αιγυπτιακών και ασσυριακών τάφων των 4.000 ως 3.000 χρόνων π.Χ. ο σκύλος που απεικονίζεται σε αυτές μοιάζει πάρα πολύ με το σημερινό Γκρέυχαουντ. Υπάρχουν πολλές εκδοχές για την προέλευση του ονόματος Greyhoun0. Άλλοι συγγραφείς θεωρούν ότι προέρχεται από την αγγλική λέξη Greek που σημαίνει έλληνας, ελληνικός και άλλοι από την αγγλοσαξωνική λέξη Grech ή Greg που σημαίνει σκύλος. Ο σκύλος της φυλής αυτής είναι πολύ μεγαλόσωμος (μέσο ύψος 71-76 εκ. τα αρσενικά και 68-71 εκ. τα θηλυκά και μέσο σωματικό βάρος 27-32 Kg), με μυώδη σωματική διάπλαση. Έχει μακρόστενο κεφάλι και ρύγχος, τα αυτιά του εκφύονται ψηλά στο κεφάλι και στέκονται σχεδόν όρθια όταν ο σκύλος είναι σε εγρήγορση. Τα άκρα του είναι ψηλά, αλλά σε πολύ κοντινή απόσταση το ένα με το άλλο. Αυτό οφείλεται στο στενό και βαθύ θώρακα, στη ρουφηγμένη προς τα μέσα κοιλιά και στο πολύ κοντό τρίχωμα. Μπορεί να υπάρχει σε όλα τα χρώματα και τους συνδυασμούς. Είναι το ταχύτερο κυνηγόσκυλο δίωξης. Μπορεί και αναπτύσσει μεγάλη ταχύτητα (μέχρι 80 Km/ώρα), γι' αυτό και χρησιμοποιείται στο κυνήγι του λαγού, αλλά και στις κυνοδρομίες (αγώνες δρόμου) όπου δρέπει δάφνες.
Δημιουργήθηκε πριν εκατό περίπου χρόνια από μεταλλωρύχους της Β. Αγγλίας στην προσπάθειά τους να αποκτήσουν ένα σκυλί που να είναι μικρογραφία του Γκρέυχαουντ, όχι τόσο δαπανηρό και ταυτόχρονα πρωταθλητής στις κυνοδρομίες. Δημιούργησαν λοιπόν το Γουίππετ διασταυρώνοντας τα μικρόσωμα Ιταλικά Γκρέυχαουντς με διάφορα Τερριέ (Μάντσεστερ και Μπέντλινγκτον κυρίως). Ο σκύλος Γουίππετ είναι μεσαίου μεγέθους (μέσο ύψος 46 εκ. τα αρσενικά και 43 εκ. τα θηλυκά και μέσο σωματικό βάρος 5-12 Kg). Παρά την ντελικάτη εμφάνισή του έχει φοβερή αντοχή. Τα υπόλοιπα χαρακτηριστικά του είναι παρόμοια με εκείνα του Γκρέυχαουντ, σε μικρογραφία. Σήμερα χρησιμοποιείται κυρίως ως σκύλος συντροφιάς, αλλά και στις κυνοδρομίες, δεδομένου ότι είναι ένας άριστος δρομέας και αναπτύσσει μεγάλη ταχύτητα (55 Km/ώρα). Εκτός από τις φυλές δίωξης (δρόμωνες) που προαναφέρθηκαν και είναι οι πιο γνωστές, υπάρχουν και άλλες φυλές λιγότερο διαδομένες, όπως: 1) Νφχαουντ (κυνηγόσκυλο κατάλληλο για ζαρκάδια και ελάφια) 2) Σλούγκι (το αραβικό Λεβριέ) 3) Φαραώχαουντ (πιθανώς αιγυπτιακής προέλευσης) κ.ά. Φωλεοδύτες ή Τερριέ (Terrier group)Το όνομά τους το οφείλουν στη λατινική λέξη terra που σημαίνει γη. Ονομάστηκαν έτσι από την ικανότητα τους να ανιχνεύουν θηράματα που φωλιάζουν μέσα στη γη και να βρίσκουν από την οσμή ένα από τα σπανιότερα είδη μανιταριών, τις τρούφες, που φυτρώνουν κάτω από το έδαφος. Τα Τερριέ είναι ζωηρά, έξυπνα, ανθεκτικά, αργούν να εμπιστευτούν άλλα άτομα, αλλά γίνονται καλοί φίλοι και αποτελούν καλή συντροφιά για παιδιά. Δεν έχουν "μαλακό" στόμα, χαρακτηριστικό όμως που μπορεί με την εκπαίδευση να εξουδετερωθεί. Κυριότερες φυλές
Κατάγεται από τη Μ. Βρετανία, όπου αναγνωρίστηκε ως φυλή το 1876. Ο σκύλος της φυλής αυτής είναι μικρόσωμος (μέσο ύψος 38-40 εκ. τα αρσενικά και μέσο σωματικό βάρος 8 Kg), με μακρόστενο κεφάλι και ρύγχος. Τα αυτιά του εκφύονται ψηλά και έχουν σχήμα V, δηλαδή είναι μισοϋψωμένα με τις άκρες προς τα κάτω. Η ουρά του εκφύεται ψηλά και επειδή κόβεται στο 1/4 του όλου μήκους της στέκεται όρθια, κατακόρυφα προς τη σπον-δυλική στήλη. Σε ό,τι αφορά το τρίχωμά του υπάρχει ο σκύλος Φοξ Τερριέ με κοντό, λείο και μέτρια σκληρό τρίχωμα (Smooth Fox Terrier) και εκείνος με μακρύτερο, ελαφρά κυματιστό (χωρίς βοστρύχους) και σκληρό τρίχωμα (Wire-Haired Fox Terrier). Το χρώμα του είναι συνήθως λευκό, με κόκκινες ή μαύρες κηλίδες. Υπάρχει και ο νανόσωμος σκύλος της φυλής αυτής, ο Τόυ Φοξ Τερριέ, που κατατάσσεται στους σκύλους τόυ ή συντροφιάς. Παλιότερα, χρησιμοποιούνταν για το κυνήγι της αλεπούς (εξού και η ονομασία του). Σήμερα, χρησιμοποιείται πιο πολύ ως σκύλος συντροφιάς.
Κατάγεται από τη Μ. Βρετανία, όπως και όλες οι άλλες φυλές Τερριέ, και το όνομά της προέρχεται από τον ποταμό Aire στο Yorkshire. Ο σκύλος της φυλής αυτής θεωρείται ο "βασιλιάς των Τερριέ", γιατί είναι ο πιο με-γαλόσωμος από τους σκύλους όλων των άλλων φυλών Τερριέ (μέσο ύψος 58-61 εκ. τα αρσενικά και 56-58 εκ. τα θηλυκά και μέσο σωματικό βάρος 22 Kg). Έχει όλα τα χαρακτηριστικά των Τερριέ: Στενόμακρο κεφάλι και ρύγχος, αυτιά σχήματος V, ουρά που επειδή εκφύεται ψηλά και κόβεται, στέκεται όρθια και κατακόρυφα προς τη σπονδυλική στήλη και τρίχωμα σκληρό και πυκνό, χρώματος μπεζ με μαύρο ή σκούρο γκρι, σε μεγάλες περιοχές, όχι έντονα διαγραμμένες. Λόγωτου μεγάλου σωματικού μεγέθους και του ευερέθιστου χαρακτήρα του χρησιμοποιήθηκε από παλιά ως φύλακας και σκύλος αστυνομίας. Είναι εξαιρετικό κυνηγόσκυλο, αλλά λόγω του μεγέθους του είναι κατάλληλο για κυνήγι μεγάλων ζώων και όχι για ανεύρεση θηραμάτων στις φωλιές τους (όπως όλα τα Τερριέ). Σήμερα, χρησιμοποιείται κυρίως ως σκύλος συντροφιάς.
Δημιουργήθηκε γύρω στο1825 από ανθρακωρύχους της αγγλικής περιοχής Cuber- land, για να εξολοθρεύει τους ποντικούς μέσα στα ορυχεία. Η εξωτερική μορφολογική διάπλαση του σκύλου της φυλής αυτής διαφέρει από εκείνη των Τερριέ. Μοιάζει πολύ με αρνάκι. Είναι σχετικά μικρόσωμος σκύλος (μέσο ύψος 38-41 εκ. και μέσο σωματικό βάρος 8-11 Kg).Έχει στενόμακρο κεφάλι και ρύγχος και κυρτό επιρρίνιο. Τα αυτιά του είναι μεσαίου μεγέθους, κρέμονται στα πλάγια του κεφαλιού και έχουν το ιδιαίτερο χαρακτηριστικό ότι εκφύονται πολύ πίσω στο κεφάλι με κατεύθυνση λοξά προς τα μπροστά/Εχει αρκετά χαρακτηριστικά που θυμίζουν Γκρέυχαουντ: Στενό και βαθύ θώρακα, καμπουρωτή ράχη, ρουφηγμένη κοιλιά και ουρά αρκετά μακριά, που εκφύεται χαμηλά, είναι σχεδόν άτριχη και δεν πρέπει να κόβεται. Το τρίχωμά του είναι πολύ πυκνό, κατσαρό, χρώματος μπλε, μπλε με μπεζ ή καστανοκόκκινου με μπεζ, σε όχι σαφώς καθορισμένες περιοχές. Σήμερα, χρησιμοποιείται κατά κύριο λόγο ως σκύλος συντροφιάς. Λόγω της κάπως περίεργης εξωτερικής του εμφάνισης συμμετέχει πολύ τακτικά σε διαγωνισμούς ομορφιάς.
Όπως μαρτυρεί και η ονομασία της κατάγεται από την περιοχή των αγγλοσκωτικών συνόρων, όπου λόγω του απομονωμένου της περιοχής, η φυλή διατηρεί μέχρι σήμερα τα περισσότερα χαρακτηριστικά που είχε αρχικά. Ο σκύλος της φυλής αυτής είναι μικρόσωμος (μέσο ύψος 25 εκ. και μέσο σωματικό βάρος 6-7 Kg τα αρσενικά και 5-6 Kg τα θηλυκά). Το κεφάλι και ιδιαίτερα το ρύγχος του μοιάζει με της βίδρας, δηλαδή είναι κοντό και με μουστάκια. Ια αυτιά του είναι μεσαίου μεγέθους, εκφύονται ψηλά στο κεφάλι και κρέμονται στα πλάγια του κεφαλιού. Έχει ουρά κοντή και χοντρή. Το τρίχω- μά του είναι κοντό και πολύ σκληρό και έχει χρώμα μπεζ ή μπλε με μπεζ ή καστανοκόκκινο. Είναι κυνηγόσκυλο κατάλληλο να ξετρυπώνει ασβούς ή αλεπούδες από τη φωλιά τους.
Δημιουργήθηκε στο Birmingham της Μ. Βρετανίας το 1836 από τον James Hinks, που χρησιμοποίησε κυρίως Μπουλντόγκ και Τερριέ σε μια προσπάθεια δημιουργίας μιας φυλής σκύλων ικανών να συναγωνιστούν εκείνους της φυλής Μπουλντόγκ στους αγώνες σκύλων με ταύρους. Ο σκύλος Μπουλ Τερριέ είναι μεσαίου σωματικού μεγέθους, (μέσο ύψος 52-55 εκ. και μέσο σωματικό βάρος 23-28 Kg), πολύ δυνατός και μυώδης.Έχει περισσότερο τα χαρακτηριστικά του Μπουλντόγκ. Το κεφάλι και ρύγχος του είναι στενόμακρα, τα μάτια του πολύ μικρά, τοποθετημένα κοντά το ένα με το άλλο και λοξά και τα αυτιά του μικρά και όρθια. Έχει σχετικά κοντή ουρά και τρίχωμα πολύ κοντό, λείο και σκληρό. Ο χρωματισμός του τριχώματος του μπορεί να είναι είτε απλός, δηλαδή λευκός με ή χωρίς μαύρες ραβδώσεις ("χι— γρέ") ή κηλίδες στο κεφάλι (συνήθως μια, γύρω από το ένα μάτι), μαύρος ή καστανός, είτε μεικτός (τρίχρωμος), είτε σύνθετος ("τι- γρe") Σήμερα, χρησιμοποιείται κατά κύριο λόγο ως σκύλος συντροφιάς.
Κατάγεται από τη Σκωτία και δημιουργήθηκε γύρω στα 1500 με σκοπό να ξετρυ-πώνει μικρά ζώα που έκαναν φωλιές μέσα στους σωρούς από πέτρες με τις οποίες οι Σκωτσέζοι καθόριζαν τα σύνορα των κτημάτων τους. Αναγνωρίστηκε ως φυλή το 1910. Ο σκύλος της φυλής Κερν Τερριέ είναι μικρόσωμος (μέσο Υ.Α. 24 cm και μέσο Σ.Β. 6,5 Kg). Έχει μικρά και όρθια αυτιά, κοντά άκρα, μικρή, χοντρή και όρθια ουρά και τρίχωμα κοντό, σκληρό, χρώματος κόκκινου, μπεζ, γκρι (ανοικτό ή σκούρο), μαύρου ή ασπρόμαυρου (αλατοπίπερο). Παλιότερα, ήταν κυνηγόσκυλο κατάλληλο για κυνήγι αλεπούς και κάστορα μέσα στη φωλιά τους. Σήμερα, χρησιμοποιείται κυρίως ως σκύλος συντροφιάς.
To όνομά της μαρτυρεί την καταγωγή της. Ο σκύλος της φυλής αυτής είναι μεσαίου μεγέθους (μέσο ύψος 47 εκ. και μέσο σωματικό βάρος 12 Kg) και παρουσιάζει όλα τα εξωτερικά χαρακτηριστικά των Τερριέ και ιδιαίτερα του Σκληρότριχου Φοξ Τερριέ: Στενόμακρο κεφάλι και ρύγχος και αυτιά που εκφύονται ψηλά και έχουν σχήμα V. Η ουρά του επειδή εκφύεται ψηλά και πρέπει να κόβεται, στέκεται όρθια, κατακόρυφα προς τη σπονδυλική στήλη. Το τρίχωμα του είναι κοντό, σκληρό και ελαφρά κυματιστό, χρώματος χρυσοκόκ- κινου ή κόκκινου (ανοικτό ή σκούρο). Μια μικρή, λευκή κηλίδα στο στήθος είναι επιτρεπτή, όχι όμως επιθυμητή. Σήμερα, χρησιμοποιείται κατά κύριο λόγο ως σκύλος συντροφιάς. Κατά τη διάρκεια του 2ου Παγκόσμιου Πολέμου χρησίμευε ως αγγελιοφόρος και φύλακας.
Κατάγεται από την Ιρλανδία και συγκεκριμένα από την περιοχή Kerry (εξού και η ονομάσια της). Δημιουργήθηκε από διασταύρωση Ιρλανδικού και Ντάντυ Ντίνμοντ Τερριέ. Η ύπαρξή της σήμερα οφείλεται σε μια σοβινιστική έξαρση των Ιρλανδών να διατηρήσουν οτιδήποτε παραδοσιακά ιρλανδικό. Ο σκύλος Κέρρυ Μπλου Τερριέ είναι μεσαίου μεγέθους (μέσο ύψος 46-48 εκ. και μέσο σωματικό βάρος 13-182 Kg), με σώμα που σε πλάγια όψη εγγράφεται σε τετράγωνο και παρουσιάζει τα χαρακτηριστικά των Τερριέ: Στενόμακρο κεφάλι και ρύγχος, αυτιά που εκφύο- νται ψηλά και έχουν σχήμα V και ουρά που εκφύεται ψηλά, πρέπει να κόβεται και έτσι στέκεται όρθια, κατακόρυφα προς τη σπονδυλική στήλη. Το τρίχωμα είναι απαλό και πολύ κατσαρό. Ο χρωματισμός του είναι μπλε (σε όλες τις αποχρώσεις, από το χρώμα του ασημιού ως του ατσαλιού)' τα κουταβάκια γεννιούνται μαύρα και γίνονται μπλε προοδευτικά, μέχρι την ηλικία των 18-24 μηνών. Σήμερα, χρησιμοποιείται κατά κύριο λόγο ως σκύλος συντροφιάς.
Κατάγεται από την ομώνυμη περιοχή της Μ. Βρετανίας και είναι από τις πιο παλιές φυλές Τερριέ. Δημιουργήθηκε από διασταύρωση Black and Tan Τερριέ και Ιταλικού Γκρέυ χαουντ και χρησίμευσε με τη σειρά του για τη δημιουργία πολλών άλλων φυλών (Τερριέ, Ντόμπερμαν κ.ά.). Ο σκύλος της φυλής αυτής είναι μικρόσωμος (μέσο ύψος 38 εκ. και μέσο σωματικό βάρος 8-10 Kg). Έχει στενόμακρο κεφάλι και ρύγχος και αυτιά μεσαίου μεγέθους, που εκφύονται ψηλά και έχουν σχήμα V. Η ουρά του είναι μεσαίου μήκους (δεν πρέπει να κόβεται) και το τρίχωμά του κοντό και λείο, χρώματος καστανού και μαύρου (Black and Tan), σε όχι σαφώς διαγραμμένες περιοχές. Υπάρχει και ο νανόσωμος σκύλος της φυλής αυτής, ο Τόυ Τερριέ, που κατατάσσεται στους σκύλους τόυ ή συντροφιάς. Σήμερα, χρησιμοποιείται κυρίως ως σκύλος συντροφιάς.
Σύμφωνα με μια εκδοχή π φυλή αυτή Τερριέ προέρχεται από ένα μακρότριχο σκύλο (Μαλτέζικη φυλή πιθανώς) που επέζησε από την καταστροφή μιας ισπανικής αρμάδας έξω από το νησί Skye, το 1588. Ο σκύλος Σκάι Τερριέ είναι πολύ μικρόσωμος (μέσο ύψος 23-28 εκ. και μέσο σωματικό βάρος 10 Kg).Έχει φαρδύ κεφάλι και αυτιά που εκ- φύονται ψηλά και είναι είτε μικρά και όρθια είτε μεσαίου μεγέθους και πεσμένα. Τα άκρα του είναι πολύ κοντά. Η ουρά του είναι μακριά, ίσια (ποτέ στριφογυριστή) και καλυμμένη με μακρύ τρίχωμα. Έχει τρίχωμα μακρύ (φτάνει σχεδόν μέχρι το έδαφος), που πέφτει ίσιο προς τα κάτω (σχηματίζει μια χωρίστρα που αρχίζει από το κεφάλι και συνεχίζεται κατά μήκος της σπονδυλικής στήλης). Το χρώμα του είναι γκρι (σκούρο ή ανοικτό), μπλε ή μπεζ1 το ρύγχος, τα αυτιά και η άκρη της ουράς πρέπει να είναι πιο σκουρόχρωμα (σχεδόν μαύρα). Σήμερα, χρησιμοποιείται κατά κύριο λόγο ως σκύλος συντροφιάς.
Δημιουργήθηκε στη Σκωτία το 1700 και μέχρι το 1890 ήταν γνωστή ως Aberdeen Terrier. Ο σκύλος της φυλής αυτής είναι πολύ μικρόσωμος (μέσο ύψος 25-28 εκ. και μέσο σωματικό βάρος 8,5-10,5 Kg) αλλά με γεροδεμένο σώμα, γι' αυτό και αναφέρεται ως "ο μεγάλος σκύλος σε μικρή συσκευασία ".Έχει κοντά άκρα και μυτερά και όρθια αυτιά. Η ουρά της είναι μέτρια σε μήκος, ίσια ή ελαφρά καμπυλωτή και το τρίχωμά της πυκνό, σκληρό, ελαφρά κυματιστό και χρώματος συνήθως μαύρου ή κίτρινου. Χρησιμοποιείται κυρίως ως σκύλος συντροφιάς. 1) Ουαλλίας (αποτελεί μικρογραφία της Ερντέιλ Τερριέ) 2) Ντάντι Ντίνμοντ (τη δημιούργησαν πιθανώς τσιγγάνοι διασταυρώνοντας Σκωτσέζικο και Σκάι Τερριέ 3) Λέικλαντ, κ.ά. Η Σίλκυ και η Γιορκσάιρ Τερριέ (η δημοφιλέστερη σήμερα από όλες τις Τερριέ), κατατάσσονται στην ομάδα σκύλων τόυ ή συντροφιάς όπου και θα περιγραφούν. Γενικής χρησιμότητας (Utility group)Στην ομάδα αυτή ανήκουν φυλές σκύλων που έχουν εξελιχθεί σήμερα σε σκύλους συ-ντροφιάς ή φύλακες, γιατί με τις αλλαγές του τρόπου ζωής στον εικοστό αιώνα έχουν πάψει να έχουν μια συγκεκριμένη χρησιμότητα, όπως να είναι σκύλοι συνοδοί αμαξιών (π.χ. Δαλματίας), ή σκύλοι που να παλεύουν με ταύρους (π χ. Μπουλντόγκ) κτλ.Κυριότερες φυλές
Τίποτε δεν είναι σίγουρο για την καταγωγή αυτής της τόσο δημοφιλούς φυλής. Το μόνο βέβαιο είναι ότι υπήρχε εδώ και 400 χρόνια. Σε ανάγλυφες παραστάσεις της αρχαίας Αιγύπτου, εμφανίζονται σκύλοι κουρεμένοι κατά παρόμοιο με τους σημερινούς Κανίς τρόπο, χωρίς όμως να είναι ακόμη εξακριβωμένο ότι πρόκειται για σκύλους χπς ίδιας φυλής. Τρεις χώρες διεκδικούν την καταγωγή της φυλής Κανίς- η διεκδίκηση αυτή στηρίζεται εκτός των άλλων και σε παλιούς πίνακες ζωγραφικής, παλιά συγγράμματα κτλ. Οι χώρες αυτές είναι η Γερμανία, η Ρωσία και η Γαλλία. Στη Γαλλία, ονομάστηκε αρχικά Κανίς αβιάριους ακουάντικους ή Μπαρμπέτ, ονομασία που ανήκει και σε άλλους σκύλους που κυνηγούσαν υδρόβια θηραματικά πτηνά. Στη Γερμανία, πρωτονομάστηκε Πουντλ, που σημαίνει "κάποιον που πέφτει στο νερό", λόγω της κυνηγετικής του ικανότητας στο κυνήγι θηραμάτων αυτού του είδους1 ο γερμανικός σκύλος Πουντλ ήταν μεγαλόσωμος, συνήθως κατάμαυρος. Σήμερα, θεωρείται ότι ο γερμανικός Πουντλ (πιθανώς και ο βελγικός και ολλανδικός που ονομαζόταν Πέντελ) μεταφέρθηκε στη Γαλλία, όπου απέκτησε την ονομασία Κανίς, έγινε πιο λεπτοκαμωμένος και χρησιμοποιήθηκε επίσης στο κυνήγι υδρόβιων θηραματικών πτηνών. Ο ρωσικός σκύλος Κανίς ήταν χαρακτηριστικό κυνηγόσκυλο δίωξης, λιγότερο βαρύσωμο από το γερμανικό (γι' αυτό άλλωστε χρησιμοποιήθηκε για να ελαφρύνει κάπως το βαρύσωμο γερμανικό). Από τη Γαλλία το 17ο αιώνα μεταφέρθηκε στη Μ. Βρετανία. Παρόλο ότι δεν είναι εξακριβωμένη η καταγωγή της φυλής Πουντλ, είναι σίγουρο ότι οι τρεις σημερινοί τύποι της, δηλαδή ο Κανονικός, η Μινιατούρα και ο Τόυ ή "τσέπης " προϋπήρχαν από πολύ παλιά. Ο αγγλικός Τόυ-Κανίς χρησίμευε για την ανεύρεση ειδικών μανιταριών (τρούφες). Οι τρεις τύποι σκύλων Πουντλ έχουν κοινά εξωτερικά μορφολογικά γνωρίσματα. Διαφέρουν μόνο στο σωματικό μέγεθος.Έτσι, ο Κανονικός έχει μέσο ύψος αρσενικού από 38 cm και πάνω, η Μινιατούρα 38-28 cm και ο Τόυ 28 cm και κάτω. Το μέσο σωματικό βάρος των σκύλων των τριών τύπων είναι 22,12 και 7 Kg, αντίστοιχα. Τα κοινά μορφολογικά χαρακτηριστικά είναι: Ρύγχος μακρύ και λεπτό' αυτιά που εκφύονται στο ύψος περίπου των ματιών και κρέμονται στα πλάγια του κεφαλιού1 ουρά που εκφύεται ψηλά και πρέπει να κόβεται στο V3 ως 1/4 του όλου μήκους της1 τρίχωμα σκληρό και πολύ κατσαρό ή με βοστρύχους1 το χρώμα του είναι μαύρο, λευκό, καστανό, βερυ- κοκί ή ασημί. Το τρίχωμα του Κανίς, συνήθως, κουρεύεται. Είναι μια συνήθεια που έμεινε από την εποχή που ο σκύλος Κανίς χρησιμοποιούνταν στο κυνήγι για υδρόβια θη- ραματικά πτηνά και έπρεπε να προστατευθεί και από την υγρασία, αλλά και από τα χόρτα και τα αγκάθια που μπερδεύονταν στο τρί- χωμά του.Έτσι, επινοήθηκε ένας τρόπος κουρέματος που άφηνε γυμνά τα πίσω άκρα (για να διευκολύνεται το κολύμπι) και καλυμμένες τις αρθρώσεις (για προστασία από την υγρασία), το στήθος και τους ώμους (για προστασία των πνευμόνων). Αλλά και τα κορδε- λάκια που συνηθίζεται να βάζουν σήμερα στα Κανίς για λόγους ομορφιάς είναι απομεινάρι της παλιάς συνήθειας των κυνηγών να τα κρεμούν κατά τη διάρκεια του κυνηγιού, για να μπορούν να εντοπίζουν εύκολα το λαγωνικό Κανίς. Σήμερα, υπάρχουν διάφοροι τύποι κουρέματος, οι πιο συνηθισμένοι και αυτοί που γίνονται δεκτοί στους διαγωνισμούς ομορφιάς είναι ο ηπειρωτικός (continental) και ο αγγλικός (english saddle), καθώς και ο τύπος του κουταβιού (puppy). Είναι ο δημοφιλέστερος ίσως σκύλος συντροφιάς, ο επικρατέστερος των αγώνων ομορφιάς και ο πρωταγωνιστής στις παραστάσεις τσίρκου. Λόγω της μεγάλης του εξυπνάδας εκπαιδεύεται εύκολα.
Η καταγωγή τπς αμφισβητείται. Πάντως, θεωρείται πιο πιθανή η εκδοχή, ότι ο σκύλος Δαλματίας ήλθε στα Βαλκάνια (ιδιαίτερα στη Δαλματία, εξού και η ονομασία του) με τσιγγάνους της Β. Ινδίας (εξού και η παλιότερη ονομασία του, Δείκτης της Βεγγάλης. Γρήγορα εξαπλώθηκε στη Δ. Ευρώπη, όπου χρησιμοποιούνταν ως κυνηγόσκυλο, αλλά κυρίως ως συνοδός αμαξών. Έγινε τόσο δημοφιλής, ώστε το 18ο αιώνα δε γινόταν μετακίνηση με άμαξα στη Μ. Βρετανία και Γαλλία χωρίς να τρέχουν δίπλα της ένα ζευγάρι σκύλων Δαλματίας, που εκτελούσαν χρέη φυλάκων κυρίως των ταξιδιωτών σε αυτό οφείλει και το παρώνυμιό του "ο σκύλος του καραβανιού". Ο σκύλος της φυλής αυτής είναι μεγαλόσωμος (μέσο ύψος 58-61 εκ. τα αρσενικά και 56-58 εκ. τα θηλυκά και μέσο σωματικό βάρος 22-25 Kg), με σώμα που σε πλάγια όψη εγγράφεται σε ορθογώνιο. Μοιάζει αρκετά με Πόιντερ. Το ρύγχος του είναι αρκετά μακρύ. Τα αυτιά του έχουν μεσαίο μέγεθος, εκφύονται αρκετά ψηλά και κρέμονται στα πλάγια του κεφαλιού. Η ουρά του είναι μεσαίου μήκους και σχηματίζει ελαφρύ τόξο προς τα πάνω. Το τρίχωμα είναι κοντό, πυκνό, σκληρό, γυαλιστερό, με πολύ ωραίο χρώμα' αυτό είναι λευκό με μαύρες ή καφέ βούλες, οι οποίες πρέπει να είναι ευκρινώς καθορισμένες (όχι ενωμένες) και ομοιόμορφα διασκορπισμένες σε όλο το σώμα. Το τρίχωμα των αυτιών και της ουράς πρέπει να έχει όσο το δυνατό πιο πολλές βούλες. Οι βούλες στο κεφάλι, τα άκρα και την ουρά πρέπει να είναι μικρότερες από εκείνες του υπόλοιπου σώματος. Δεν πρέπει να υπάρχουν μεγάλες κηλίδες. Αυτές, μπορεί να διαπιστωθεί ότι υπάρχουν από την ηλικία μιας ημέρας, γιατί τα νεογέννητα κουταβάκια γεννιούνται ολόλευκα και μόνο μετά τh 10η ημέρα εμφανίζονται οι βούλες. Σε περίπτωση ύπαρξης κηλίδας, αυτή θα εμφανιστεί από την πρώτη ημέρα της ζωής του κουταβιού σαν ένα μεγάλο μαύρο σημάδι που καλύπτει συνήθως το ένα μάτι και μερικές φορές το μισό κεφάλι. Ο σκύλος Δαλματίας αφού κινδύνεψε με αφανισμό μετά την κατάργηση της μετακίνησης των ανθρώπων με άμαξες, σήμερα είναι ένας πολύ δημοφιλής σκύλος συντροφιάς, αλλά μπορεί να χρησιμοποιηθεί και ως κυνηγόσκυλο "φέρμας" λόγω των πολύ αναπτυγμένων κυνηγετικών του χαρακτηριστικών. Κάποια προσοχή χρειάζεται στα κουτάβια που αγοράζονται, γιατί πολλά από αυτά γεννιούνται κουφά.
Η φυλή Αγγλική Μπουλντόγκ ή απλώς Μπουλντόγκ όπως συνήθως λέγεται, κατάγεται από τη Μ. Βρετανία και προέρχεται, κατά κύριο λόγο, από την επίσης αγγλική φυλή Μαστίφ. Όπως δηλώνει η ονομασία της (bull = ταύρος, dog = σκύλος) περιλάμβανε σκύλους κατάλληλους για αγώνες με ταύρους, το εθνικό σπορ των Βρετανών για αιώνες. Το 1850 οι αγώνες αυτοί κηρύχθηκαν παράνομοι και έτσι η φυλή Μπουλντόγκ έμεινε στην αφάνεια μέχρι το 1900 περίπου, οπότε ορισμένοι ζωόφιλοι ανέλαβαν να τη διασώσουν από την εξαφάνιση. Ο σκύλος της καινούργιας φυλής Μπουλντόγκ έμοιαζε πιο πολύ με βαρύσωμο σκύλο Μπόξερ, είχε χάσει όμως την αγριότητα και τα θηριώδη ένστικτά του και είχε γίνει ένας ήμερος, με φιλικές διαθέσεις σκύλος. Ανήκει στους Μολοσσούς. - Ο σκύλος Μπουλντόγκ είναι ένας κοντόχοντρος, γεροδεμένος και δυνατός σκύλος (μέσο ύψος 40-45 εκ. και μέσο σωματικό βάρος 25 Kg τα αρσενικά και 23 Kg τα θηλυκά). Το πρόσθιο τμήμα του σώματος είναι περισσότερο αναπτυγμένο και πιο μυώδες από το οπίσθιο. Το κεφάλι του είναι μεγάλο σε σχέση με το σώμα. Έχει χαρακτηριστικό προγναθισμό. Το ρύγχος είναι κοντό , φαρδύ (όψη "τσαλακωμένου") και πιο σκουρόχρωμο σε σχέση με το υπόλοιπο σώμα ("μάσκα"). Το δέρμα του κεφαλιού είναι χαλαρό με αποτέλεσμα να σχηματίζει βαθιές ρυτίδες στα μάγουλα και το ρύγχος. Τα μάτια του βρίσκονται σε αρκετή απόσταση μεταξύ τους και τα αυτιά του είναι μικρά, ροδό- μορφα, εκφύονται ψηλά και πέφτουν ελαφρά στα πλάγια του κεφαλιού. Τα άκρα του είναι κοντά και γεροδεμένα' τα οπίσθια είναι πιο ψηλά από τα πρόσθια, τα οποία είναι στραβά και σε αρκετή απόσταση μεταξύ τους λόγω της μεγάλης ανάπτυξης του στήθους. Η ουρά του είναι κοντή και ίσια ή ελικοειδής και το τρίχωμά του κοντό, απαλό και γυαλιστερό. Ο χρωματισμός του είναι λευκός, κόκκινος, "τιγρέ" ή λευκός με κηλίδες που ποικίλλουν από το ανοικτό ως το σκούρο καστανό. Ο μαύρος χρωματισμός δεν είναι επιτρεπτός. Σήμερα, χρησιμοποιείται κατά κύριο λόγο ως σκύλος συντροφιάς.
Κατάγεται από τη Γαλλία, όπως μαρτυρεί και η ονομασία της. Οι αγώνες σκύλων με ταύρους ήταν δημοφιλείς, όχι μόνο στη Μ. Βρετανία και Ισπανία αλλά και στη Γαλλία, ιδιαίτερα στην περιοχή της Καστίλης. Για τη δημιουργία της φυλής αυτής χρησιμοποιήθηκαν κυρίως νανόσωμοι σκύλοι της Αγγλικής Μπουλντόγκ. Ο σκύλος της Γαλλικής Μπουλντόγκ είναι πιο μικρόσωμος από εκείνον της Αγγλικής, αλλά πιο μεγαλόσωμος από τους σκύλους των άλλων φυλών τόυ (μέσο ύψος 25-35 εκ. και μέσο σωματικό βάρος 6-12 Kg).Έχει όλα τα εξωτερικά μορφολογικά χαρακτηριστικά του σκύλου της Αγγλικής Μπουλντόγκ, εκτός από τα αυτιά που είναι πιο μεγάλα και όρθια, σαν της νυχτερίδας. Αυτά του δίνουν μια περίεργη όψη στο πρόσωπο. Ακόμη, η ουρά του, που εκφύεται χαμηλά, πρέπει να κόβεται. Ο χρωματισμός του τριχώματος του είναι λευκός ή "τιγρέ" (λευκός με καστανές ραβδώσεις). Σήμερα, χρησιμοποιείται κυρίως ως σκύλος συντροφιάς.
Η Τσόου Τσόου ή κινέζικη Σπιτς κατάγεται από την Κίνα. Είναι μια πολύ παλιά φυλή που είχε συνδεθεί άμεσα με τις θρησκευτικές παραδόσεις της Κίνας, σύμφωνα με τις οποίες ο σκύλος της ενλόγω φυλής ήταν ιερός και ικανός να διώχνει το πνεύμα του διαβόλου από τους ναούς. Η λέξη Τσόου Τσό- ου είναι παρεφθαρμένη αγγλική λέξη και σύμφωνα με μια εκδοχή σημαίνει τροφή1 αυτό αναφέρεται στην παλιότερη και σε κάποια έκταση και σημερινή συνήθεια των Κινέζων να τρώνε σκυλίσιο κρέας. Ο σκύλος Τσόου Τσόου είναι μεσαίου μεγέθους (μέσο ύψος 46 εκ. τα θηλυκά και μέσο σωματικό βάρος 24-27 Kg).Έχει μεγάλο, στρογγυλό και φαρδύ κεφάλι (λιονταρίσιο, όπως ανα-φέρεται από ορισμένους συγγραφείς). Τα αυτιά του είναι μικρά και όρθια, με κατεύθυνση προς τα μπροστά, έχουν τριγωνικό σχήμα και στρογγυλεμένες άκρες και εκφύονται ψηλά στο κεφάλι και σε αρκετή απόσταση μεταξύ τους. Το ρύγχος του είναι φαρδύ και μαύρου χρώματος ("μάσκα") κατά τη νεαρή ηλικία. Η γλώσσα και τα χείλη του είναι συνήθως μελανά. Αυτό, μαζί με μια βαθειά ρυτίδα ανάμεσα στα μάτια που είναι μικρά, μαύρα και βαθουλωτά, δίνουν μια σκοτεινή και απειλητική έκφραση στο σκύλο αυτό. Τα άκρα του είναι κοντά και γεροδεμένα και η ουρά του εκφύεται ψηλά και τοποθετείται γυριστή πάνω στη ράχη, σαν του σκίουρου. Το τρίχωμά του είναι μεσαίου μήκους (μακρύτερο στην ουρά και τον τράχηλο, βραχύτερο στο ρύγχος και τα άκρα), πολύ πυκνό, απαλό και ίσιο, χρώματος μαύρου, κόκκινου, μπλε, μπεζ, γκρι ή σπανίως λευκό. Κηλίδες άλλου χρώματος δεν είναι επιτρεπτές. Σήμερα, χρησιμοποιείται κυρίως ως σκύλος συντροφιάς.
Έχει πατρίδα της το Θιβέτ (Shih Tzu σημαίνει λιοντάρι). Εκεί, χρησιμοποιούσαν παλιότερα σκύλους δύο τύπων: Ένα μεγάλο που τον είχαν έξω από το σπίτι για να διώχνει τους κλέφτες και ένα μικρό, που τον κρατούσαν μέσα στο σπίτι για να διώχνει τα κακά πνεύματα. Αυτός ο τελευταίος, που θεωρείται ο πρόγονος της σημερινής φυλής Σι Τζου, ζούσε στα σπίτια, τα μοναστήρια και τους ναούς του Θιβέτ και συμμετείχε σε θρησκευτικές τελετές (όπως κηδείες κτλ.) για να διώχνει το πνεύμα του διαβόλου. Οι σκύλοι της φυλής αυτής λοιπόν θεωρούνταν ιεροί και γι' αυτό πολύ λίγοι από αυτούς κατόρθωσαν να περάσουν τα σύνορα του Θιβέτ. Ο σκύλος Σι Τζου είναι πολύ μικρόσωμος (μέσο ύψος 25 εκ. και μέσο σωματικό βάρος 6-7 Kg) και το μήκος του σώματος του είναι μεγαλύτερο από το ύψος του.Έχει φαρδύ και στρογγυλό κεφάλι, κοντό και φαρδύ ρύγχος (επιτρέπεται ο προγναθισμός) και αυτιά μεγάλα, που κρέμονται στα πλάγια του κεφαλιού και είναι σκεπασμένα με πλούσιο και μακρύ τρίχωμα. Η ουρά του είναι αρκετά μακριά, εκ- φύεται ψηλά και τοποθετείται γυριστή πάνω στη ράχη, σαν του σκίουρου έτσι όπως είναι καλυμμένη με μακρύ και πυκνό τρίχωμα, σχηματίζει ένα "βουναλάκι" στο πίσω μέρος του σώματος του. Το τρίχωμά του είναι μακρύ, πυκνό και ίσιο. Όλα τα χρώματα επιτρέπονται, πιο κοινό όμως είναι το λευκό σε συνδυασμό με γκρι, γκριζογάλανο ή καστανόμαυρο. Σήμερα, χρησιμοποιείται κυρίως ως σκύλος συντροφιάς.
Η καταγωγή της χάνεται στα βάθη των αιώνων. Στην Κ. και Β. Ευρώπη υπήρχαν παρόμοιοι σκύλοι που χρησίμευαν ως συνοδοί και φύλακες αγελών αγελάδων κατά τη με- τακίνησή τους' μετά την εξάπλωση των σιδηροδρόμων κινδύνεψαν να εξαφανιστούν. Ο σημερινός σκύλος Σνάουζερ ή Σκληρότριχος Πίντσερ ήλθε στη Γερμανία από την Ελβετία. Αναγνωρίστηκε ως φυλή το 1880. Υπάρχει η φυλή Σνάουζερ Γίγαντας (μέσο ύψος 65-70 εκ. και μέσο σωματικό βάρος 35 Kg), η Κανονική (μέσο ύψος 45-48 εκ. και μέσο σωματικό βάρος 15 Kg) και η Νανόσωμη (μέσο ύψος 30-35 εκ. και μέσο σωματικό βάρος 6-7 Kg). Αν εξαιρεθεί το σωματικό μέγεθος στο οποίο διαφέρουν τα άτομα αυτών των φυλών μεταξύ τους, τα υπόλοιπα χαρακτηριστικά τους είναι παρόμοια.Έτσι, ο σκύλος της Κανονικής Σνάουζερ για παράδειγμα, που μοιάζει πάρα πολύ με Τερριέ, είναι ένας γεροδεμένος σκύλος με μακρύ και στενό κεφάλι και μακρύ και φαρδύ ρύγχος. Έχει μικρά αυτιά, που εκφύονται ψηλά και έχουν σχήμα V' οι άκρες τους, που κατευθύνονται προς τα κάτω, πρέπει να κόβονται, ώστε τελικά αυτά να στέκονται όρθια. Η ουρά του εκφύεται ψηλά και πρέπει να κόβεται στο ύψος του 2ου-4ου κοκκυγικού σπονδύλου. Το τρί- χωμά του είναι κοντό, ίσιο, πολύ σκληρό ("συρμάτινο") και έχει χρώμα κατάμαυρο1 πολύ συχνός είναι και ο σύνθετος χρωματισμός του αλατοπίπερου. Σε αυτόν, τα νεογέννητα κουταβάκια γεννιούνται κατάμαυρα και ύστερα αποκτούν το χρωματισμό των ενηλίκων. Το τρίχωμα είναι ιδιαίτερα μακρύ, πυκνό και σκληρό πάνω από τα μάτια (δασύτριχα φρύδια) και γύρω από το ρύγχος (γένεια και μουστάκια). Σήμερα, χρησιμοποιείται κυρίως ως σκύλος συντροφιάς. Εκτός από τις φυλές σκύλων γενικής χρησιμότητας που προαναφέρθηκαν και είναι οι περισσότερο διεθνώς γνωστές, υπάρχουν και άλλες, όπως: 1) Κίσχουντ (η εθνική φυλή της Ολλανδίας) 2) Λάσα Άπσο (κατάγεται από το Θιβέτ και ο σκύλος της φυλής αυτής παρόλο ότι το όνομά του στην πατρίδα του σημαίνει γίδα, είναι γνωστός σαν το "λιοντάρι που γαβγίζει") 3) Μπόστον Teppie (αμερικάνικη φυλή, προέρχεται από διασταύρωση σκύλων Αγγλικού Μπουλντόγκ, Γαλλικού Μπουλντόγκ, Μπόξερ και Μπουλ Τερριέ και σύμφωνα με άλλη ταξινόμηση κατατάσσεται στην ομάδα των Τερριέ) κ.ά. Εργασίας (Working group)Στην ομάδα αυτή ανήκουν οι σκύλοι των σωμάτων ασφαλείας και των τελωνείων, οι οδηγοί ατόμων με ειδικές ανάγκες, οι φύλακες ανθρώπων (σωματοφύλακες), σπιτιών, εργοστασίων, κτισμάτων κτλ., οι ποιμενικοί ή τσοπανόσκυλα (φύλακες ποιμνίων αιγοπροβάτων, αγελών αγελάδων και ταράνδων κτλ.), οι μεταφορείς αμαξιών και ελκύθρων κτλ. Οι σκύλοι της ομάδας αυτής έχουν έντονα αναπτυγμένο το ένστικτο της προστασίας. Είναι κατά κύριο λόγο μεγαλόσωμοι, γι' αυτό και η διαμονή τους σε διαμερίσματα δεν είναι πολύ εύκολη. Είναι συνήθως ήρεμοι και φιλικοί, χωρίς να αποκλείονται οι απρόβλεπτες αντιδράσεις τους απέναντι σε κάποιο ξένο άτομο. Ειδικά οι ποιμενικοί, πρέπει να εκπαιδεύονται με ιδιαίτερη προσοχή στο ζήτημα της πειθαρχίας, γιατί διαφορετικά μπορεί να επικρατήσουν τα άγρια ένστικτά τους και να γίνουν επικίνδυνοι, ακόμη και για τον ιδιοκτήτη τους. Ας μη ξεχνούμε ότι οι σημερινοί σκύλοι φύλακες προέρχονται από προγόνους με μεγάλη επιθετικότητα. Κυριότερες φυλές
Η ονομασία της φυλής είναι σχετικά καινούργια (προέρχεται από γερμανική διάλεκτο), η ίδια όμως η φυλή είναι πολύ παλιά. Ανήκει στην ομάδα των Μολοσσών, που έχουν ως κοινό πρόγονο τη φυλή Μολοσσό ή Μαστίφ του Θιβέτ. Οι φυλές Μαστίφ και Αγγλική Μπουλντόγκ συμμετείχαν κυρίως στη δημιουργία της σημερινής Μπόξερ. Ο σκύλος της φυλής αυτής είναι μεγαλόσωμος (μέσο ύψος 57-63 εκ. τα αρσενικά και 53-59 εκ. τα θηλυκά και μέσο σωματικό βάρος 30-32 Kg τα αρσενικά και 24-25 Kg τα θηλυκά), γεροδεμένος, μυώδης και με σώμα που σε πλάγια όψη μπορεί να εγγραφεί σε τετράγωνο. Το μέτωπο μαζί με την περιοχή των ματιών του πρέπει να έχει παρόμοιες αναλογίες με το ρύγχος. Το δέρμα του κεφαλιού είναι χαλαρό και σχηματίζει ρυτίδες όχι όμως έντονες. Το ρύγχος του είναι πολύ χαρακτηριστικό και δίνει στο σκύλο την εντύπωση του "τσαλακωμένου"• δεν είναι ούτε μυτερό (τύπος Πίντσερ), ούτε μακρύ (τύπος Μ. Δανού), ούτε κοντό (τύπος Μπουλντόγκ), αλλά μέτριο και κανονικό σε διαστάσεις. Είναι πάντοτε πιο σκουρόχρωμο σε σχέση με το υπόλοιπο σώμα ("μάσκα"). Ο σκύλος Μπόξερ εμφανίζει προγναθισμό, χωρίς όμως να είναι επιτρεπτό να φαίνονται τα δόντια της κάτω γνάθου, όταν το στόμα είναι κλειστό. Για όλα αυτά τα χαρακτηριστικά του προσώπου του πήρε την ονομασία "ο σκύλος με την πιο όμορφη ασχήμια". Έχει μύτη ελαφρά σηκωμένη και μεσαίου μεγέθους αυτιά, που εκφύονται ψηλά και κρέμονται στα πλάγια του κεφαλιού' τα αυτιά πρέπει να κόβονται, έτσι ώστε να είναι μυτερά στις άκρες και να στέκονται όρθια, με κατεύθυνση προς τα μπροστά. Η ουρά είναι αρκετά μακριά και χοντρή και συνήθως κόβεται (πολύ κοντή). Το τρίχωμά του είναι κοντό, γυαλιστερό, μέτρια σκληρό και χρώματος στις αποχρώσεις του καστανοκόκκινου (από ανοικτό ξανθό μέχρι σκούρο κόκκινο - Tawny Βοχβή ή "τιγρέ" (Brindle Boxer- βασικό χρώμα στις αποχρώσεις του καστανοκόκκινου και έντονες ραβδώσεις σκούρου καστανού ή μαύρου χρώματος). Οι λευκές κηλίδες δεν είναι επιτρεπτές, εφόσον καλύπτουν επιφάνεια μεγαλύτερη από το 1/3 του σώματος. Ακόμη, δεν επιτρέπεται ο μαύρος χρωματισμός σε ολόκληρο το τρίχωμα ή ο λευκός στο τρίχωμα του κεφαλιού ή της μιας πλευράς του σώματος. Ο σημερινός σκύλος Μπόξερ είναι προικισμένος με πολλά χαρίσματα:Έξυπνος, υπάκουος, αφοσιωμένος, δε γαβγίζει χωρίς λόγο, θαρραλέος (από τους προγόνους του δε διατήρησε την επιθετικότητα αλλά το θάρρος) και κυρίως με πολύ αναπτυγμένο το ένστικτο της προστασίας. Για τα χαρίσματά του αυτά είναι θαυμάσιος φύλακας, ιδιαίτερα φιλικός με τα παιδιά και πολύ δημοφιλής ως σκύλος συντροφιάς. Χαρακτηρίζεται από το σχετικά μικρό όριο ζωής (περίπου 8 χρόνια).
Ο σκύλος της φυλής αυτής είναι ο χαρακτηριστικότερος σκύλος της ομάδας των Μολοσσών, με κοινό πρόγονο, όπως προαναφέρθηκε, τη φυλή Μολοσσός ή Μαστίφ του Θιβέτ. Από πολύ παλιά διεκδίκησαν την καταγωγή της οι Δανοί (εξού και η ονομασία της) και οι Γερμανοί που την ονόμασαν Γep- μανική Μαστίφ. Ο Αινναίος θεωρεί, για άγνωστη αιτία, ως πατρίδα της τη Δανία. Πάντως, στην πραγματικότητα δεν έχει ούτε γερμανική, ούτε δανική καταγωγή, παρά το ό,τι ο σκύλος της φυλής αυτής χρησιμοποιήθηκε πολύ παλιά από Κέλτες και Γερμανούς ως πολεμικός και κυνηγετικός σκύλος. Σύμφωνα μάλιστα με μια άλλη θεωρία, κατάγεται από την Ελλάδα (παρόμοιοι σκύλοι απεικονίζονται σε νομίσματα, κεραμικά κτλ.) και γΓ αυτήν ίσως την αιτία ονομάζεται και "σκύλος-Απόλλω- νας". Ο σκύλος Μεγάλος Δανός είναι γιγαντόσωμος (μέσο ύψος 80 εκ. τα αρσενικά και 70 εκ. τα θηλυκά και μέσο σωματικό βάρος 60 Kg). Το μεγάλο ύψος και τα ψηλά άκρα του, δίνουν σε αυτόν πολύ επιβλητική εμφάνιση. Ο τράχηλος του είναι μακρύς και μυώδης και τα πρόσθια άκρα τελείως ίσια. Το ρύγχος του είναι μακρύ, φαρδύ και πιο σκουρόχρωμο σε σχέση με το υπόλοιπο σώμα ("μάσκα"). Τα αυτιά του, μεσαίου μεγέθους, εκφύονται ψηλά, κρέμονται στα πλάγια του κεφαλιού και πρέπει να κόβονται έτσι ώστε να είναι μυτερά στις άκρες και να στέκονται όρθια, με κατεύθυνση προς τα μπροστά. Το τρίχωμα του είναι κοντό, σε στενή επαφή με το σώμα του, μέτρια σκληρό, γυαλιστερό και χρώματος ξανθού, μαύρου, μπλε ή "τιγρέ". Επίσης, υπάρχει και ο τύπος "αρλεκίνος", όπως ονομάζεται ο λευκός χρωματισμός με μαύρες βούλες, σαφώς διαγραμμένες. Σήμερα, χρησιμοποιείται κυρίως ως σκύλος συντροφιάς.
Θεωρείται απόγονος της φυλής Μολοσσός ή Μαστίφ του Θιβέτ. Δεν είναι γνωστό πότε σταθεροποιήθηκε ως φυλή, είναι όμως γνωστό ότι άτομά της χρησιμοποιούνταν από τους Ασσυρίους και Βαβυλώνιους ως πολεμικοί σκύλοι. Αργότερα, χρήσιμοποιήθηκε από τους Γερμανούς στο κυνήγι και στον πόλεμο. Μέχρι το τέλος του 18ου αιώνα ο σκύλος Μαστίφ ήταν δημοφιλές κυνηγόσκυλο της γερμανικής αυτοκρατορίας. Μετά τους Ναπολεόντιους πολέμους σταμάτησε το κυνήγι της αρκούδας και χρησιμοποιήθηκε από τους γερμανούς γεωργούς ως φύλακας και τσοπανόσκυλο. Η χρησιμοποίησή του ως σκύλος συντροφιάς τον έσωσε από την εξαφάνιση στα μέσα του 19ου αιώνα. Ο σκύλος της φυλής Μαστίφ είναι γιγαντόσωμος (μέσο ύψος 76 εκ. τα αρσενικά και 70 εκ. τα θηλυκά και μέσο σωματικό βάρος 79-86 Kg), μυώδης και με σώμα που σε πλάγια όψη εγγράφεται σε ορθογώνιο. Το κεφάλι του είναι ογκώδες, με χαλαρό δέρμα που σχηματίζει βαθιές ρυτίδες. Το ρύγχος του είναι κοντό, φαρδύ και πιο σκουρόχρωμο σε σχέση με το υπόλοιπο σώμα ("μάσκα"). Τα μάτια του είναι σε μικρή σχετικά απόσταση μεταξύ τους και από τις ρυτίδες στη γύρω περιοχή φαίνονται βαθουλωμένα. Τα αυτιά του είναι μεσαίου μεγέθους με στρογγυλεμένες άκρες, εκ- φύονται ψπλά και κρέμονται στα πλάγια του κεφαλιού. Έχει τρίχωμα κοντό, μέτρια σκληρό, χρώματος καστανού, ασημί, βερυκοκί ή "τιγρέ". Το ρύγχος, τα αυτιά και η περιοχή γύρω από τα μάτια πρέπει να έχουν χρώμα από σκούρο καφέ ως μαύρο. Σήμερα, χρησιμοποιείται πιο πολύ ως σκύλος συντροφιάς. Στο σημείο αυτό αξίζει να γίνει αναφορά και σε μια άλλη φυλή που μοιάζει πολύ με τη Μαστίφ, την Μπουλ Μαστίφ (Bull Mastiff). Αυτή δημιουργήθηκε στη Μ. Βρετανία από την Μπουλντόγκ και την Αγγλική Μαστίφ κυρίως, σε μια προσπάθεια των Βρετανών γαιοκτημόνων να διώξουν από τα κτήματά τους τους λαθροκυνηγούς. Ο σκύλος της Μπουλ Μαστίφ έχει μέσο μέσο ύψος 61-72 εκ. και μέσο σωματικό βάρος 45-52 Kg και χρώμα συνήθως ξανθό ανοικτό.
Δημιουργήθηκε γύρω στα 1870 στη γερμανική πόλη Apolda της Θουριγγίας και φέρει το όνομα του δημιουργού της που είναι ο Λουδοβίκος Ντόμπερμαν. Ο άνθρωπος αυτός ήταν σύμφωνα με την πιο επίσημη εκδοχή φοροεισπράκτορας και είχε ανάγκη από ένα σκύλο, άγριο φύλακα, που θα τον προστάτευε από τους κακοπληρωτές. Υπάρχουν πάρα πολλές θεωρίες και σχεδόν καθόλου γραπτά στοιχεία για τις φυλές που πήραν μέρος στη δημιουργία της φυλής Ντόμπερμαν. Οι πιθανότερες πάντως φυλές που συμμετείχαν λίγο ή πολύ στη δημιουργία της ήταν: 1) η παλιά φυλή του γερμανικού ποιμενικού με λείο τρίχωμα και κοντή ουρά 2) η παλιά γερμανική Τερριέ με το μαύρο και καφέ τρίχωμα 3) η Ροτβόιλερ 4) η παλιά γερμανική Πόιντερ 5) η Βεϊμαράνερ 6) η Βίζλα 7) η Αγγλική Γκρέυχαουντ 8) η Γκόρνιον Σέττερ 9) η Ντάσχουντ 10 πιθανώς η φυλή Μεγάλος Δανός Ο σκύλος Ντόμπερμαν είναι μεγαλόσωμος (μέσο ύψος 68-70 εκ. τα αρσενικά και 63-66 εκ. τα θηλυκά και μέσο σωματικό βάρος 30-40 Kg), πολύ γεροδεμένος, μυώδης και με σώμα που σε πλάγια όψη εγγράφεται σε τετράγωνο. Έχει μακρύ λαιμό και περήφανο κράτημα του κεφαλιού. Το ρύγχος του είναι μακρύ, ισχυρό και σφηνοειδές (χαρακτηριστικό των Πίντσερς εττα οποία ανήκει ο σκύλος Ντόμπερμαν). Το στόμα του είναι ισχυρό και οι τομείς της κάτω γνάθου φέρονται κάθετα και εσωτερικά των τομέων της άνω γνάθου' κατά το κλείσιμο των δοντιών πρέπει να μένει μια σχισμή, τόση ώστε μόλις να περνάει μια κάρτα μέσα από αυτήν. Χάρη στα χαρακτηριστικά του αυτά ο σκύλος Ντόμπερμαν είναι σε θέση να κάμνει το περίφημο δάγκωμα "ψαλίδι". Τα μεσαίου μεγέθους αυτιά του εκφύονται ψηλά και κρέμονται στα πλάγια του κεφαλιού' πρέπει να κόβονται, έτσι ώστε να είναι μυτερά στις άκρες και να στέκονται όρθια, με κατεύθυνση προς τα μπροστά. Η ουρά εκφύεται ψηλά και πρέπει επίσης και κόβεται κοντή. Το τρίχωμά του είναι κοντό, γυαλιστερό και μέτρια σκληρό' έχει χρώμα μαύρο, σκούρο καστανό ή μπλε με κόκκινες στο χρώμα της σκουριάς κηλίδες πάνω από κάθε μάτι, στο ρύγχος, στο λαιμό, στο στήθος, στην εσωτερική επιφάνεια των μηρών και κάτω από την ουρά. Επιτρεπτός και ο ισαβέλλειος (υποκίτρινος) χρωματισμός. Οι λευκές κηλίδες δεν είναι επιτρεπτές. Χρησιμοποιείται κυρίως ως σκύλος φύλακας και σκύλος εργασίας, από την αστυνομία, τους ανθρώπους με ειδικές ανάγκες κτλ. Παλιότερα, ήταν πολεμικός σκύλος και χρησίμευε ως αγγελιοφόρος και "κομμάντος αυτοκτονίας", καθώς μετέφερε επάνω του πυρομαχικά. Πάντως, τονίζεται, ότι ο σκύλος Ντόμπερμαν θα πρέπει κάποτε να πάψει να θεωρείται άγριος και επιθετικός (σκύλος - "φονιάς").Έχει κληρονομήσει θαυμάσια προσόντα από τους προγόνους του, μόνο που τα προσόντα αυτά θα πρέπει να καλλιεργηθούν κατάλληλα.
Τα πιο παλιά αρχαιολογικά ευρήματα σχετικά με την απεικόνιση σκύλων που θυμίζουν Ποιμενικούς Αλσατίας ανάγονται στην εποχή του Ορείχαλκου. Ο σκύλος της φυλής αυτής αρχικά χρησίμευε ως κυνηγόσκυλο και αργότερα ως φύλακας αγελών αγελάδων. Σύμφωνα με ορισμένες απόψεις, ο σκύλος αυτός, επειδή ήταν πολύ μικρόσωμος για να φυλάει τις αγελάδες από τα πολύ άγρια σαρκοφάγα, αλλά και από τους ανθρώπους άγριων φυλών, διασταυρώθηκε με λύκο και το αποτέλεσμα ήταν να προέλθει ο Ποιμενικός Αλσατίας (εξού και η σημερινή ονομασία λυκόσκυλο). Με την πάροδο του χρόνου, ήλθαν πιο ειρηνικοί καιροί και οι περισσότεροι άγριοι εχθροί των κοπαδιών των ζώων εξαφανίστηκαν. Έτσι, ο σκύλος της φυλής αυτής μπήκε στην αφάνεια. Σήμερα, είναι ένας πολύ δημοφιλής σκύλος χάρη στα πολλά χαρί- σματά του. Μοιάζει πολύ με λύκο. Είναι μεγαλόσωμος (μέσο ύψος 60-65 εκ. τα αρσενικά και 55-60 εκ. τα θηλυκά και μέσο σωματικό βάρος 35-45 Kg), μυώδης και με σώμα που σε πλάγια όψη εγγράφεται σε ορθογώνιο. Οι ιδανικές διαστάσεις του σώματος του πρέπει να έχουν την αναλογία ύψος ακρωμίου/μήκος σώματος = 8*5/10 - 9/10. Το ρύγχος του είναι ισχυρό, σφηνοειδές και πιο σκουρόχρωμο σε σχέση με το υπόλοιπο σώμα. Τα αυτιά του είναι μεσαίου μεγέθους, εκφύονται ψηλά και είναι όρθια (μέχρι την ηλικία των 6 μηνών περίπου είναι διπλωμένα) και η ουρά του είναι μακριά, καλυμμένη με αρκετά μακρύ τρίχωμα. Ανάλογα με το μήκος και τη λεπτότητα του τριχώματος ο Ποιμενικός Αλσατίας μπορεί να είναι: 1) Μακρότρι- χος, με τρίχωμα μέτρια μακρύ, πυκνό και σκληρό, 2) Μακρότριχος, με τρίχωμα μέτρια μακρύ, πυκνό και λιγότερο σκληρό (ο πιο συνηθισμένος) και 3) Βραχύτριχος, με τρίχωμα κοντό και σκληρό (σχηματίζει φρύδια, γένεια και μουστάκια). Επιτρέπονται όλα τα χρώματα (εκτός από το ολόλευκο). Επίσης, τα ανοικτά χρώματα δεν είναι επιθυμητά. Συνηθέστεροι χρωματισμοί είναι ο μαύρος, γκρι (του λύκου) ή στακτής (μονόχρωμοι ή με καστανές, κίτρινες ή γκρι περιοχές). Τα κυριότερα προσόντα του είναι η αφοσίωση, το αναπτυγμένο ένστικτο της προστασίας και η εξυπνάδα. Χάρη σε αυτά τα προσόντα είναι σήμερα ίσως ο πιο δημοφιλής σκύλος εργασίας και χρησιμοποιείται ως φύλακας, οδηγός ατόμων με ειδικές ανάγκες κτλ. Οι ικανότητές του για εκπαίδευση είναι ασύγκριτες και οι υπηρεσίες που προσφέρει ανεκτίμητες.Έχει υπολογιστεί ότι 25.000 σκύλοι της φυλής αυτής, έχασαν τη ζωή τους ως πολεμικοί σκύλοι στους δύο τελευταίους παγκόσμιους πολέμους.
Είναι μια πάρα πολύ παλιά φυλή σκω- τσέζικου ποιμενικού/Εχουν διατυπωθεί πολλές απόψεις σχετικά με τις φυλές που έπαιξαν ρόλο στη δημιουργία της σημερινής φυλής Κόλλι. Επικρατέστερη θεωρείται σήμερα η εκδοχή ότι ο σημερινός σκύλος Κόλλι είναι προϊόν συστηματικής επιλογής και σύζευξης ατόμων της ίδιας φυλής. Ο σκύλος της φυλής αυτής είναι μεγαλόσωμος (μέσο ύψος 56-61 εκ. τα αρσενικά και 51-56 εκ. τα θηλυκά και μέσο σωματικό βάρος 27-34 Kg τα αρσενικά και 23-29 Kg τα θηλυκά) με μεγαλοπρεπή εμφάνιση (η φυλή αυτή θεωρείται η πιο "διακοσμητική" ανάμεσα στις φυλές σκύλων εργασίας). Το κεφάλι του είναι μακρύ και σφηνοειδές, το επιρρίνιό του τελείως ίσιο και τα αυτιά του εκφύονται ψηλά και είναι μεσαίου μεγέθους και όρθια, με τις άκρες πεσμένες ελαφρώς προς τα μπροστά. Έχει ουρά - γιαταγάνι, που εκφύεται χαμηλά και είναι φουντωτή σαν της αλεπούς και καλυμμένη με πυκνό και μακρύ τρίχωμα. Το τρίχωμά του δίνει την εντύπωση της γούνας στην αφή, είναι πλούσιο, ίσιο, μέτρια σκληρό και μακρύ (εκτός από το κεφάλι και τα άκρα)' έχει χρώμα είτε λευκό με κόκκινο (στις διάφορες αποχρώσεις του από το χρυσαφί ως το καστανοκόκκινο), είτε τρίχρωμο, δηλαδή λευκό, μπλε (ή μαύρο) και κίτρινο (ή καστανό) σε εμφανώς διαγραμμένες περιοχές. Τα λευκά Κόλεϊ με γαλάζια μάτια είναι συνήθως κουφά. Υπάρχουν και Κόλεϊ με κοντό και γυαλιστερό τρίχωμα, που είναι λιγότερο διαδομένα. Ο σκύλος Κόλεϊ είναι σήμερα πολύ δημοφιλής ως σκύλος συντροφιάς. Το πλούσιο και μακρύ τρίχωμά του θέλει βέβαια συχνή φροντίδα. Στο σημείο αυτό αξίζει να αναφερθεί ένας άλλος σκύλος Κόλεϊ που αποτελεί ξεχωριστή φυλή, τη Γενειοφόρα Κόλεϊ (Bearded Collie), και μοιάζει πολύ με τον Αγγλικό Ποιμενικό.
Δημιουργήθηκε στα νησιά Shetlands της Σκωτίας (εξού και η ονομασία της) την εποχή που βρίσκονταν αυτά στην κατοχή των Νορβηγών, από σκύλους νορβηγικών Σπιτς και σκωτσέζικων ποιμενικών. Ο σκύλος της φυλής αυτής είναι ένας Κόλεϊ σε μικρογραφία, δηλαδή πιο μικρόσωμο (μέσο ύψος 35 εκ. και μέσο σωματικό βάρος 6-7 Kg) και με κοντότερα άκρα. Εντυπωσιακός σαν τον Κόλλι είναι σήμερα δημοφιλής ως σκύλος συντροφιάς.
Όπως μαρτυρεί και το όνομά της είναι μια πολύ παλιά φυλή σκύλων. Ο σκύλος αυτής της φυλής ήταν μεγάλος, άγριος ποιμενικός της Κ. Ευρώπης που χρησίμευε ως φύλακας. Με τη μείωση του αριθμού των μεγάλων άγριων σαρκοφάγων ημέρεψε και ο χαρακτήρας του σκύλου, που εξακολούθησε όμως να είναι αρκετά δύστροπος και άγριος, μέχρι πρόσφατα. Είναι μεγαλόσωμος (μέσο ύψος 56 εκ. και μέσο σωματικό βάρος 30 Kg), με κάπως περίεργο βάδισμα, λόγω πιθανώς της διάπλασης των λαγόνων του.Έχει φαρδύ κεφάλι και ρύγχος και μάτια με ένα γαλάζιο δακτύλιο γύρω από την ίριδα. Τα αυτιά του είναι μικρά, κρέμονται στα πλάγια, έρχονται σε στενή επαφή με το κεφάλι και είναι καλυμμένα με πυκνό και μακρύ τρίχωμα. Η ουρά του πρέπει να κόβεται σύρριζα (μεταξύ τελευταίου οσφυϊκού και 1ου κοκκυγικού σπονδύλου). Συνηθέστερα όμως η ουρά λείπει τελείως. Έχει τρίχωμα πυκνό, μέτρια σκληρό, ελαφρά κυματιστό και πολύ μακρύ, σε βαθμό που δυσκολεύει την όραση του σκύλου. Συνηθέστερος χρωματισμός είναι ο λευκός (κεφάλι, λαιμός, άκρα) και γκριζογάλανος (αυτιά και υπόλοιπο σώμα). Σήμερα, χρησιμοποιείται κυρίως ως φύλακας και σκύλος συντροφιάς.
Δημιουργήθηκε από καλόγερους στο ομώνυμο ελβετικό μοναστήρι, με σκοπό να διασώζει ανθρώπους χαμένους μέσα στο χιόνι (εξού και η ονομασία του ο "καλός Σαμαρείτης"). Δυστυχώς, όλα τα αρχεία κάηκαν σε πυρκαγιά και έτσι δεν είναι σίγουρο πότε και πώς πρωτοεμφανίστηκε στο μοναστήρι. Πιθανολογείται ότι προέρχεται από το Μολοσσό ή Μαστίφ του Θιβέτ. Ο σκύλος της παλιότερης φυλής δεν ήταν τόσο μεγαλόσωμος και δεν είχε τόσο μακρύ τρίχωμα σαν αυτόν της σημερινής. Γύρω στα 1830, λόγω των κακών αποτελεσμάτων της πολύ στενής συγγενικής αναπαραγωγής χρησιμοποιήθηκαν και σκύλοι από τις φυλές Νιουφάουντλαντ και Μ. Δανός και έτσι δημιουργήθηκε τελικά ο σκύλος της σημερινής φυλής του Αγ. Βερνάρδου. Ο σκύλος της φυλής αυτής είναι γιγαντόσωμος (μέσο ύψος 70 εκ. τα αρσενικά και 65 εκ. τα θηλυκά και μέσο σωματικό βάρος 55 Kg).Έχει ογκώδες κεφάλι, φαρδύ και ισχυρό ρύγχος, μάτια τοποθετημένα αρκετά βαθιά και λοξά και με μια χαρακτηριστικά ήρεμη και λυπημένη έκφραση- τα ελαφρά προς τα κάτω τραβηγμένα κάτω βλέφαρα κάνουν να φαίνεται ο υπέρυθρος επιπεφυκότος. Τα αυτιά του είναι μεσαίου μεγέθους και κρέμονται στα πλάγια του κεφαλιού. Το δέρμα του λαιμού και της κάτω τραχηλικής χώρας είναι χαλαρό και σχηματίζει προγούλι. Η ουρά του είναι μακριά και χοντρή. Υπάρχει ο Μακρότριχος και ο Βραχύτριχος σκύλος του Αγ. Βερνάρδου. Στο Μακρότριχο, το τρίχωμα είναι αρκετά μακρύ, μέτρια σκληρό και ίσιο ή ελαφρά κυματιστό' στο Βραχύτριχο, το τρίχωμα είναι κοντό, σκληρό και ίσιο. Ο χρωματισμός του τριχώματος είναι συνήθως λευκός και καστανοκόκκινος, σε σαφώς καθορισμένες περιοχές λευκά πρέπει να είναι τα άκρα, το στήθος, η άκρη της ουράς, ο τράχηλος, το μέτωπο και το ρύγχος (μόνο περιμετρικά). Σήμερα, χρησιμοποιείται ως φύλακας και σκύλος συντροφιάς.
Κατάγεται από τους μεγαλόσωμους ποιμενικούς που ζούσαν στα Πυρηναία κατά τους προϊστορικούς ακόμη χρόνους. Αργότερα, ο σκύλος της φυλής αυτής διασταυρώθηκε με κυνηγόσκυλα Μολοσσούς των Ρωμαίων Λεγεωνάριων. Γύρω στο 16ο αιώνα, χρησιμοποιούνταν στη Ν. Γαλλία ως φύλακας, χωρίς να είναι ιδιαίτερα διαδομένος.Έγινε πολύ δημοφιλής στη Γαλλία από τότε που ο Λουδοβίκος 15ος έστειλε έναν τέτοιο σκύλο ως φύλακα στο Λούβρο. Με την πτώση της μοναρχίας στη Γαλλία σχεδόν εξαφανίστηκε από αυτή τη χώρα, παρέμεινε όμως στη γενέτει- ρά του όπου μέχρι σήμερα είναι ιδιαίτερα δημοφιλής. Ο σκύλος της φυλής αυτής είναι πολύ μεγαλόσωμος (μέσο ύψος 70-80 εκ. και μέσο σωματικό βάρος 41-47 Kg). Τα αυτιά του εκφύονται στο ύψος των ματιών, είναι μεσαίου μεγέθους και κρέμονται στα πλάγια του κεφαλιού. Έχει ουρά-γιαταγάνι, που είναι μακριά, χοντρή και καλυμμένη με μακρύ τρίχωμα. Το τρίχωμά του (που πρέπει να τον προστατεύει από το κρύο των Πυρηναίων) είναι αρκετά μακρύ, πολύ πυκνό, ίσιο ή ελαφρά κυματιστό, χρώματος ολόλευκου ή λευκού με κηλίδες γκρι ή καστανές στο κεφάλι, τα αυτιά και τη βάση της ουράς. Χρησιμοποιείται ως ποιμενικός, φύλακας, αλλά και ως σκύλος συντροφιάς.
Κατάγεται από τη Σιβηρία. Εκεί, οι σκύλοι της φυλής αυτής χρησιμοποιούνταν από τους νομάδες Σάμογεντ (εξού και η ονομασία της) για την έλξη ελκύθρων ή ως φύλακες και σκύλοι συντροφιάς. Στην Ευρώπη η φυλή εισήχθηκε στα τέλη του 19ου αιώνα και γρήγορα έγινε πολύ δημοφιλής, ιδιαίτερα στη Μ. Βρετανία όπου η βασίλισσα Αλεξάνδρα την έθεσε υπό την προστασία της. Ο σκύλος Σάμογεντ είναι μεγαλόσωμος (μέσο ύψος 53-60 εκ. τα αρσενικά και 48-53 εκ. τα θηλυκά και μέσο σωματικό βάρος 23-30 Kg), με μεγάλη αντοχή και δύναμη. Έχει σφηνοειδές ρύγχος και αυτιά που εκφύονται ψηλά και είναι μικρά, τριγωνικά και όρθια. Η ουρά του είναι μακριά, κοχλιωτή και καλυμμένη με μακρύ τρίχωμα. Τα μαύρα χείλη διαγράφονται έντονα μέσα στο λευκό τρίχωμα του ρύγχους δίνοντάς του την εντύπωση ότι "χαμογελάει". Το τρίχωμά του είναι μακρύ, πολύ πυκνό, φουντωτό, απαλό, ίσιο και έχει χρώμα συνήθως ολόλευκο επίσης κρεμ, λευκό με μαύρο, λευκό με ανοικτό καστανό ή λευκό με κρεμ. Χρησιμοποιείται για την έλξη ελκύθρων, ως φύλακας και ως σκύλος συντροφιάς.
Κατάγεται από την Α. Σιβηρία. Εκεί, οι σκύλοι της φυλής αυτής χρησιμοποιούνταν από νομάδες για να έλκουν έλκυθρα, ως κυνηγόσκυλα και ως φύλακες. Στις αρχές αυτού του αιώνα (1909), λίγοι σκύλοι Χάσκυ μεταφέρθηκαν από τη Σιβηρία στην Αλάσκα, όπου έλαβαν μέρος σε αγώνες έλξης ελκύθρων και νίκησαν εκείνους της φυλής Σπιτς που ζουν στις περιοχές αυτές των πόλων και είναι πιο μεγαλόσωμοι και άγριοι. Έκτοτε έγιναν πολύ δημοφιλείς. Ο σκύλος Χάσκυ είναι μεγαλόσωμος (μέσο ύψος 53-60 εκ. τα αρσενικά και 51-56 εκ. τα θηλυκά και μέσο σωματικό βάρος 20-27 Kg τα αρσενικά και 16-22 Kg τα θηλυκά). Έχει μεσαίου μήκους και σφηνοειδές ρύγχος και μάτια καστανά ή μπλε. Τα αυτιά του είναι μεσαίου μεγέθους, τριγωνικά και όρθια και εκφύονται ψηλά στο κεφάλι ίσια ή με ελαφριά καμπύλη. Έχει ουρά μεσαίου μήκους και φουντωτή. Το τρίχωμά του είναι μεσαίου μήκους, λείο, πυκνό, απαλό και ίσιο. Μπορεί να υπάρχει σε όλα τα χρώματα, αλλά συνηθέστερα στο λευκό και μαύρο, στο γκρι του λύκου, στο γκρι και μαύρο, στο καστανό, στο μαύρο με λευκή την άκρη της τρίχας ή στο λευκό. Σήμερα είναι ένας πολύ δημοφιλής σκύλος συντροφιάς.
Κατάγεται από τη Β.Δ. Αλάσκα και οι σκύλοι της χρησιμοποιούνταν από τους υψη- λόσωμους Εσκιμώους ομώνυμης φυλής, για έλξη ελκύθρων και ως φύλακες. Αναφέρεται ως η εθνική φυλή της Αλάσκας. Ο σκύλος Μάλαμουτ είναι μεγαλόσωμος (μέσο ύψος 64-67 εκ. τα αρσενικά και 58-61 εκ. τα θηλυκά και μέσο σωματικό βάρος 38 Kg τα αρσενικά και 34 Kg τα θηλυκά). Τα αυτιά του είναι όρθια, εκφύονται ψηλά και απέχουν αρκετά μεταξύ τους. Έχει ρύγχος μεσαίου μήκους και σφηνοειδές. Η ουρά του είναι αρκετά μακριά και στριφογυριστή πάνω στη ράχη. Έχει πολύ πυκνό και μέτριο σε μήκος τρίχωμα, χρώματος γκρι (του λύκου) ή λευκού και μαύρου. Χρησιμοποιείται για την έλξη ελκύθρων, ως φύλακας, αλλά και ως σκύλος συντροφιάς.
Είναι ο εθνικός ποιμενικός σκύλος της Ουγγαρίας. Σύμφωνα με μια εκδοχή προέρχεται από το σκύλο της φυλής Μολοσσός του Θιβέτ που έφτασε στην Ουγγαρία μέσω των ρωσικών στεππών. Είναι ο πιο μεγαλόσωμος από τους ουγγαρέζικους ποιμενικούς (μέσο ύψος 66-80 εκ. τα αρσενικά και 59-70 εκ. τα θηλυκά και μέσο σωματικό βάρος 55-59 Kg).Έχει ογκώδες κεφάλι και μεσαίου μήκους ουρά, που κρέμεται. Το κυριότερο χαρακτηριστικό είναι το τρίχωμά του που είναι τόσο πυκνό, μακρύ (20-27 cm) και κατσαρό σχοινοειδές (σαν βελέντζα), που καλύπτει το πρόσωπο του, ώστε να εμποδίζεται η όραση. Το χρώμα του είναι σχεδόν πάντα λευκό. Η μείωση του αριθμού των λύκων στην Ουγγαρία μαρτυρεί τις ικανότητές του ως ποιμενικού και φύλακα. Ο σκύλος αυτός χρησιμοποιείται επίσης στην αστυνομία, στο τσίρκο κτλ.
O σκύλος της φυλής αυτής είναι ουγγαρέζικος ποιμενικός, ο δεύτερος σε μέγεθος και δημοτικότητα, μετά τον Κόμοντορ. Το όνομά του είναι τουρκικό και σημαίνει "φρουρός των Ευγενών", ίσως γιατί κατά τη θυελλώδη βασιλεία του Ματτία του Α' (15ος αιώνας) Κόμοντορ - φύλακες φρουρούσαν μέρα - νύχτα το βασιλιά. Ο σκύλος Κούβαζ είναι πολύ μεγαλόσωμος (μέσο ύψος 71-75 εκ. τα αρσενικά και 66-70 εκ. τα θηλυκά και μέσο σωματικό βάρος 50 Kg). Έχει αρκετά μακρύ και μυτερό ρύγχος, αυτιά μεσαίου μεγέθους, που κρέμονται στα πλάγια του κεφαλιού και ουρά-γιαταγάνι, μακριά και φουντωτή. Το τρίχωμά του είναι πολύ πυκνό (ιδιαίτερα γύρω από το λαιμό), μεσαίου μήκους (10-15 εκ.) σε ολόκληρο το σώμα εκτός από το κεφάλι και τα άκρα και ελαφρά κυματιστό. Ο χρωματισμός του είναι ολόλευκος και κάθε κιτρινωπή κηλίδα θεωρείται σφάλμα. Είναι άριστος φύλακας ποιμνίων.
Είναι ουγγαρέζικη φυλή με αμφισβητήσιμη καταγωγή1 πιο πιθανή είναι η εκδοχή της ασιατικής καταγωγής της (Θιβέτ), όπως και των άλλων δύο ουγγαρέζικων φυλών που προαναφέρθηκαν. Ο σκύλος Πούλι είναι μεσαίου μεγέθους (μέσο ύψος 41-46 εκ. τα αρσενικά και 36-416 εκ. τα θηλυκά και μέσο σωματικό βάρος 13-15 Kg).Έχει ουρά μεσαίου μήκους και στριφογυριστή πάνω στη ράχη.Έχει πολύ περίεργο τρίχωμα, που είναι μακρύ, κατσαρό σχοινοειδές και σκεπάζει τελείως όλο το σώμα (φαίνεται μόνο η κόκκινη γλώσσα όταν είναι βγαλμένη), εμποδίζοντας έτσι την όρασή του. Ο χρωματισμός του είναι μαύρος ή γκρι. Είναι περισσότερο οδηγός ποιμνίων παρά φύλακας. Λέγεται ότι πολλές φορές τρέχει πάνω στις πλάτες των ζώων του ποιμνίου προκειμένου να πιάσει το "λιποτάκτη", ενώ συχνά πηδάει σαν jockey πάνω στην πλάτη ενός προβάτου για να το οδηγήσει.
Κατάγονται από την Ουαλλία, όπως μαρτυρεί και η ονομασία τους, αλλά η προέλευση τους είναι ακόμη ασαφής. Μέχρι το 1934 θεωρούνταν λανθασμένα ως μια φυλή. Ο σκύλος Κόργκι Πέμπροκ είναι μικρόσωμος (μέσο ύψος 25-30 εκ. και μέσο σωματικό βάρος Σ.Β. 8- 11 Kg), με γεροδεμένο, μεσαίου μήκους σώμα, ευρύ στήθος και κοντά άκρα. Έχει αρκετά μακρύ και μυτερό ρύγχος, αυτιά που εκ- φύονται ψηλά στο κεφάλι, απέχουν αρκετά μακριά μεταξύ τους και είναι όρθια και μυτερά. Το κεφάλι του μοιάζει με εκείνο της αλεπούς. Η ουρά του είναι πολύ κοντή και το τρίχωμά του επίσης μεσαίου μήκους και μέτρια σκληρό' ο χρωματισμός του είναι συνήθως κόκκινος, μαύρος ή καστανοκόκκινος, με ή χωρίς λευκές κηλίδες στο στήθος, τα άκρα και το λαιμό. Ο Κόργκι Πέμπροκ είναι από παράδοση ο αγαπημένος σκύλος της βασιλικής οικογένειας της Μ. Βρετανίας. Ο σκύλος Κόργκι Κάρντιγκαν έχει μακρύτερο σώμα (μέσο μήκος σώματος από τη μύτη ως την άκρη της ουράς 90 εκ., μέσο σωματικό ύψος 30 εκ. και μέσο σωματικό βάρος 10-12 Kg) από ό,τι ο Κόργκι Πέμπροκ. Επίσης, έχει μακριά και φουντωτή ουρά, αυτιά με λιγότερο στρογγυλεμένες άκρες και τρίχωμα κοντό και σκληρό. Μπορεί να υπάρχει σε όλα τα χρώματα (πλην του ολόλευκου), συνηθέστερα όμως είναι το κόκκινο, ξανθό, κίτρινο, μαύρο ή καστανό, με ή χωρίς λευκές κηλίδες στο στήθος, τα άκρα και το λαιμό. Επίσης πολύ δημοφιλής είναι και ο "τιγρέ" χρωματισμός (μπλε, γκρι και κόκκινο) με ή χωρίς τις λευκές κηλίδες. Παλιότερα, ο σκύλος των δύο αυτών φυλών ήταν πολύ καλός φύλακας και οδηγός ποιμνίων. Σήμερα χρησιμοποιείται κυρίως ως σκύλος συντροφιάς. Εκτός από τις φυλές σκύλων εργασίας που προαναφέρθηκαν και είναι οι περισσότερο διεθνώς γνωστές, υπάρχουν και άλλες, όπως: 1) Ακίτα Ινού (ιαπωνικής καταγωγής) 2) Νιουφάουντλαι/r (κατάγεται από τη Νέα Γη και ο σκύλος της είναι αξιοθαύμαστος ναυαγοσώστης) 3) Μπερνέζ (ελβετικής καταγωγής) 4) Μαλινουά (fiek- γικός ποιμενικός) 5) Μπριάρ (από τους παλιότερους γαλλικούς ποιμενικούς) 6) Λέονμπεργκ (κατάγεται από τη φυλή του Αγ. Βερνάρδου) 7) Ροτβόιλερ (φυλή με πολύ δημοφιλείς στη Γερμανία σκύλους φύλακες) 8) Μαστίνο Ναπολιτάνο (ιταλικής καταγωγής) κ.ά. Νανόσωμοι ή συντροφιάς (Toy ή companion group)Είναι μικρόσωμοι σκύλοι, οι οποίοι ζουν κοντά στον άνθρωπο, μέσα στο σπίτι του, σχεδόν στην αγκαλιά του. Στην εποχή μας, οι σκύλοι αυτοί έχουν γίνει πολύ δημοφιλείς στα μεγάλα αστικά κέντρα, γιατί λόγω του μεγέθους τους, η διατήρησή τους στα διαμερίσματα των πολυκατοικιών είναι πιο εύκολη, δε χρειάζονται μακρινούς περίπατους και φυσικά είναι πιο οικονομικοί στη διατροφή τους σε σχέση με τους μεγαλόσωμους. Παρά το μικρό μέγεθος τους είναι νευρικοί και με ισχυρή ιδιοσυγκρασία, χαρακτηριστικά που συχνά ενισχύονται από τις υπερβολικές εκδηλώσεις αγάπης του ανθρώπου προς αυτούς. Κυριότερες φυλές
Είναι σχετικά νέα φυλή και δημιουργήθηκε από ανθρακωρύχους της περιοχής Yorkshire της Μ. Βρετανίας. Δεν είναι γνωστές οι φυλές που έλαβαν μέρος στη δημιουργία της, πολύ πιθανές θεωρούνται οι Τερ- ριέ Ντάντι Ντίνμοντ, Σκάι και Μάντσεστερ. Παλιότερα, ο σκύλος Γιορκσάιρ Τερριέ ήταν κυνηγόσκυλο με μέσο σωματικό βάρος 4,5-5 Kg και με μακρύ τρίχωμα μήκους 30 εκ. Σήμερα, είναι πιο μικρόσωμος (μέσο ύψος 20 εκ. και μέσο σωματικό βάρος 3,5 Kg), με κεφάλι μικρό και φαρδύ, μικρά αυτιά που εκφύονται ψηλά στο κεφάλι και είναι όρθια ή μισοϋψωμένα και καλυμμένα με κοντό τρίχωμα. Έχει ουρά καλυμμένη με μακρύ τρίχωμα (συνήθως κόβεται στο μισό του φυσικού της μήκους) και τρίχωμα πολύ πλούσιο και μακρύ ("σκουπίζει" το πάτωμα), ίσιο και μεταξένιο, με μια φυσική χωρίστρα κατά μήκος της σπονδυλικής στήλης, από το μέτωπο ως τη ρίζα της ουράς1 ο χρωματισμός του είναι σκούρος χρυσαφί στο κεφάλι, πιο ανοικτός στο στήθος και τα άκρα και γκρι ασημής στο υπόλοιπο σώμα. Είναι πολύ δημοφιλής σκύλος συντροφιάς σήμερα, λόγω του μικρού σωματικού μεγέθους του, της χαριτωμένης εμφάνισής του και του καλού χαρακτήρα του.
Κατάγεται από την Αυστραλία και προέρχεται από διασταύρωση Σκάι, Κερν και Γιορκσάιρ Τερριέ. Ο σκύλος Σίλκυ Τερριέ είναι νανόσωμος (μέσο ύψος 22,5 εκ. και μέσο σωματικό βάρος 4-5 Kg). Μοιάζει πολύ με το Γιορκσάιρ Τερριέ, από το οποίο διαφέρει ως προς το μεγαλύτερο σωματικό μέγεθος και το βραχύτερο τρίχωμα, που δε "σκουπίζει" το έδαφος και έχει μήκος 12-15 cm. Τα αυτιά του είναι όρθια και τριγωνικά και π ουρά του, που πρέπει να κόβεται, εκφύεται ψηλά και έτσι φέρεται όρθια, κατακόρυφα προς τη σπονδυλική στήλη. Το τρίχωμά του είναι πλούσιο, μακρύ, μεταξένιο με μια φυσική χωρίστρα κατά μήκος της σπονδυλικής στήλης. Ο χρωματισμός του είναι μπλε και κόκκινος ή γκρίζος, μπλε και κόκκινος. Σήμερα χρησιμοποιείται κυρίως ως σκύλος συντροφιάς.
Ο σκύλος της φυλής αυτής ανήκει στους λεγόμενους "Fo Dogs", δηλαδή τους σκύλους που χρησιμοποιούνταν στην αρχαία Κίνα για να φοβερίζουν και να διώχνουν τα κα- κά πνεύματα.Ήταν αυτοκρατορικός σκύλος. Δημιουργήθηκε στην κυριολεξία στο αυτοκρατορικό παλάτι και θεωρούνταν ιερός• το κεφάλι του συμβόλιζε την καλή τύχη, το σώμα του το λιοντάρι (δηλαδή τον αυτοκράτορα) και τα πόδια του την Αιώνια Χώρα (δηλαδή το δράκοντα). Ο ιερός αυτός σκύλος επιτρεπόταν να ανήκει μόνο στον αυτοκράτορα και τους αυλικούς του, ζούσε μόνο στο αυτοκρατορικό παλάτι και γι' αυτό το λόγο μπόρεσε να εισαχθεί στην Ευρώπη μόνο μετά τη λεηλασία του παλατιού στο Πεκίνο (εξου και η ονομασία Πεκινίς) από τους Βρετανούς το 1860. Ο σκύλος Πεκινίς έχει μέσο ύψος 15-25 εκ. και μέσο σωματικό βάρος 3-5 Kg τα αρσενικά και 3,5-5,5 Kg τα θηλυκά (λίγο βαρύτερα). Το κεφάλι του είναι συγκριτικά με το υπόλοιπο σώμα ογκώδες. Το ρύγχος του είναι πάρα πολύ κοντό, τόσο ώστε η μύτη του, ανασηκωμένη, να βρίσκεται ανάμεσα από τα μάτια, που είναι μεγάλα, σκούρα και προεξέχοντα.Έχει μερικές φορές προγναθισμό, χωρίς να επιτρέπεται να φαίνονται τα δόντια της κάτω γνάθου. Τα αυτιά του εκφύονται σχετικά ψηλά, απέχουν αρκετά μεταξύ τους, κρέμονται στα πλάγια του κεφαλιού και έχουν σχήμα καρδιάς. Τα πρόσθια άκρα του είναι στραβά και η ουρά του, που εκφύεται ψηλά, είναι μακριά, κοχλιωτή και καλυμμένη με μακρύ τρίχωμα. Έχει τρίχωμα πολύ μακρύ, πυκνό, λείο και ίσιο. Όλα τα χρώματα επιτρέπονται, εκτός από το ολόλευκο (albino) και το βαθυκόκκινο. Είναι δημοφιλέστατος σκύλος συντροφιάς.
Γύρω στα 1800 μερικά άτομα της γερμανικής φυλής Σπιτς μεταφέρθηκαν στη Μ. Βρετανία και ονομάστηκαν Πομεράνιαν. Έγιναν όμως δημοφιλή αρκετά χρόνια μετά, γιατί αρχικά, τα νεογέννητα μικροκαμωμένα κουταβάκια θεωρούνταν ελαττωματικά. Το μεγάλο ενδιαφέρον της βασίλισσας Βικτώριας γι' αυτά συνέβαλε στην αύξηση της δημοτικό- τητάς τους. Στη Γερμανία η φυλή αυτή είναι γνωστή συνήθως ως Σπιτςή Πομ και στη Γαλλία ως Λουλού, από τη γαλλική λέξη loup που σημαίνει λύκος. Ο σκύλος της φυλής αυτής είναι ένα Σπιτς σε μικρογραφία (μέσο ύψος 28 εκ. και μέσο σωματικό βάρος 1,8-2,0 Kg τα αρσενικά 2,0-2,5 Kg τα θηλυκά - λίγο βαρύτερα). Το κεφάλι του μοιάζει με εκείνο της αλεπούς. Έχει κοντό και μυτερό ρύγχος, αυτιά μικρά και όρθια, που εκφύονται ψηλά, ουρά που εκφύεται επίσης ψηλά και είναι μακριά, φουντωτή και κοχλιωτή.Έχει τρίχωμα πυκνό και μακρύ σε ολόκληρο το σώμα, εκτός από το κεφάλι και τα άκρα. Μπορεί να υπάρχει σε όλα τα χρώματα, συνηθέστερα όμως είναι το πορτοκαλί, το λευκό ή το μαύρο. Είναι πολύ δημοφιλής σκύλος συντροφιάς.
Οι Μάγια του Μεξικού χρησιμοποιούσαν μικρούς σκύλους για θυσίες στις αρχές του 6ου αιώνα μ.Χ. Οι σκύλοι αυτοί των Μάγια κληρονομήθηκαν μαζί με τον πολιτισμό τους από τους Τολτέκους αρχικά (9ος αιώνας μ.Χ.) και τους Αζτέκους μεταγενέστερα (13ος αιώνας μ.Χ.). Μετά την καταστροφή του πολιτισμού των Αζτέκων στις αρχές του 16ου αιώνα, οι μικρόσωμοι αυτοί σκύλοι έπεσαν στην αφάνεια για 400 χρόνια. Ξανανακαλύφθηκαν το 1895 στην επαρχία Τσιουάουα του Μεξικού (εξού και η ονομασία του σκύλου) και μεταφέρθηκαν στην Αμερική όπου με διασταύρωση με άτομα της νανόσωμης φυλής Πί- ντσερ και συστηματική επιλογή δημιουργήθηκε η πιο μικρόσωμη φυλή στον κόσμο. Ο σκύλος Τσιουόουα είναι πάρα πολύ μικρόσωμος (μέσο ύψος 15-25 εκ. και μέσο σωματικό βάρος 0,5-2,5 Kg).Έχει κεφάλι σε σχήμα αχλαδιού, κοντό και αρκετά μυτερό ρύγχος και αυτιά μεγάλα και όρθια όταν είναι σε εγρήγορση. Η ουρά του είναι μεσαίου μήκους και καταλήγει σε μια καμπύλη προς τα πάνω. Υπάρχουν τα ΒραχύτριχαΊσ\ουάουα με πυκνό, κοντό και λείο τρίχωμα και τα Μακρότριχα με πιο μακρύ, ίσιο ή ελαφρά κυματιστό. Όλα τα χρώματα και οι συνδυασμοί τους επιτρέπονται. Είναι άριστος σκύλος συντροφιάς, με λίγο νευρική ιδιοσυγκρασία.
Θεωρείται η εθνική φυλή της Γαλλίας αν και η καταγωγή της είναι από την Ισπανία και η ακόμη παλιότερη από την Ασία. Ο σκύλος της φυλής αυτής είναι ίσως ο πιο πολυζωγραφισμένος από μεγάλους ζωγράφους. Ο σκύλος Παπιγιόν είναι πολύ μικρόσωμος (μέσο ύψος 28 εκ. και μέσο σωματικό βάρος 2,7- 5,5 Kg).Έχει μικρό σε σχέση με το σώμα κεφάλι και ελαφρά μυτερό ρύγχος. Τα αυτιά του είναι χαρακτηριστικό της φυλής, δηλαδή αρκετά μεγάλα και όρθια, που εκφύονται ψηλά και λίγο λοξά φαίνονται σαν φτερά πεταλούδας, εξού και η ονομασία της φυλής (papillon = πεταλούδα).Έχει ουρά αρκετά μακριά και γυριστή σαν του σκίουρου πάνω στη ράχη. Το τρίχωμά του είναι πολύ πυκνό, μακρύ και μεταξένιο. Μπορεί να υπάρχει σε όλους τους χρωματισμούς (εκτός από τον κατάμαυρο), συνηθέστεροι όμως είναι ο καστανός και λευκός, καθώς και ο μαύρος και λευκός με ή χωρίς καστανές κηλίδες. Είναι πολύ χαριτωμένος, έξυπνος και ζωηρός σκύλος συντροφιάς.
Η φυλή αυτή ήρθε στη Μ. Βρετανία από την Ισπανία, αν και η καταγωγή της είναι από την Α. Ασία. Ονομάστηκε Σπάνιελ του βασιλιά Καρόλου της Μ. Βρετανίας, ενώ η φυλή είχε περιγραφεί τουλάχιστον 100 χρόνια πριν. Μέχρι το 19ο αιώνα δεν υπήρχε κάποια διαχωριστική γραμμή ανάμεσα στους κυνηγετικούς σκύλους Σπάνιελς και τους νανό- σωμους Σπάνιελς. Γύρω στα 1930 οι εκτροφείς άρχισαν να αλλάζουν τον τύπο των τελευταίων και διασταυρώνοντάς τους με ανα- τολικοασιατικούς νάνους σκύλους, τους έκαναν πιο μικρόσωμους με μεγαλύτερο κεφάλι και κοντό ρύγχος. Από αυτές τις διασταυρώσεις ξεχώρισαν τρεις τύποι Σπάνιελ, ο King Charles (χρίχρωμος, δηλαδή λευκός, μαύρος, κόκκινος), ο Ruby (κατακόκκινος) και ο Blenheim (λευκός και κόκκινος). Ο σκύλος της φυλής αυτής είναι μικρόσωμος (μέσο ύψος 26-32 εκ. και μέσο σωματικό βάρος 2,7-5,5 Kg). Έχει αρκετά μεγάλο κεφάλι σε σχέση με το σώμα του, πολύ κοντό και φαρδύ ρύγχος και μάτια μεγάλα και σε αρκετή απόσταση μεταξύ τους. Τα αυτιά είναι πολύ μακριά, εκφύονται χαμηλά στο κεφάλι, κρέμονται στα πλάγια του κεφαλιού και είναι καλυμμένα με μακρύ τρίχωμα. Η ουρά εκφύεται χαμηλά και κόβεται συνήθως σε απόσταση 4 εκ. από τη βάση της. Έχει τρίχωμα μακρύ, μεταξένιο, ίσιο ή κυματιστό και με τους χρωματισμούς που προαναφέρθηκαν.
Η φυλή αυτή έχει την ίδια καταγωγή με την Κινγκ Τσαρλς. Επίσης, έχει και την ίδια ιστορία μέχρι το 1930, οπότε οι εκτροφείς που τη δημιούργησαν προσπάθησαν να διατηρήσουν στους σκύλους της νανόσωμης Σπάνιελ τα χαρακτηριστικά του κεφαλιού των κυνηγόσκυλων Σπάνιελς. Ο σκύλος της φυλής αυτής είναι από τους πιο μεγαλόσωμους της ομάδας των σκύλων τόυ (μέσο ύψος 30-40 εκ. και μέσο σωματικό βάρος 4,5-8,0 Kg). Έχει φαρδύ κεφάλι, ρύγχος μακρύτερο από εκείνο του σκύλου Κινγκ Τσαρλς και αυτιά μεγάλα και μακριά και σε αντίθεση με εκείνα του Κινγκ Τσαρλς εκφύονται πιο ψηλά. Η ουρά του είναι μεσαίου μήκους (μακρύτερη από εκείνη του Κινγκ Τσαρλς) και δεν κόβεται συνήθως. Το τρίχωμά του είναι πυκνό, μακρύ, μεταξένιο και κάπως κυματιστό. Μπορεί να υπάρχει οτους ίδιους χρωματισμούς με τον Κινγκ Τσαρλς. Οι σκύλοι και των δύο φυλών Κινγκ Τσαρλς είναι άριστοι σκύλοι συντροφιάς.
Η φυλή αυτή περιλαμβάνει έναν πολύ παλιό σκύλο τπς Μάλτας. Υπάρχουν στοιχεία ότι ο σκύλος αυτός υπήρχε στην αρχαία Ρώμη, Αίγυπτο και Ελλάδα1 πιθανώς ο Canis melitei τον οποίο περιγράφει ο ιστορικός Στράβωνας να είναι ο ίδιος με εκείνον της Μαλτέζικης φυλής. Είναι ο σκύλος που ακολούθησε τη Μαρία Στιούαρτ στη λαιμητόμο. Στις αρχές του 19ου αιώνα η φυλή ήταν τόσο μικρόσωμη που η εκτροφή της ήταν φοβερά δύσκολη λόγω της μειωμένης ανθεκτικότητας και γονιμότητας. Με διασταυρώσεις με κυνηγετικούς σκύλους Σπάνιελς δημιουργήθηκε η σημερινή Μαλτέζικη. Ο σκύλος της φυλής αυτής είναι πολύ μικρόσωμος (μέσο ύψος 20-23 εκ. και μέσο σωματικό βάρος 3-4 Kg). Έχει στρογγυλό κεφάλι, αυτιά μεγάλα, που κρέμονται στα πλάγια του κεφαλιού και είναι καλυμμένα με μακρύ τρίχωμα. Επίσης, έχει κοντά άκρα και ουρά σκίουρου. Το κύριο χαρακτηριστικό του σκύλου της φυλής αυτής είναι το ολόλευκο τρίχωμα, που είναι μακρύ ("σκουπίζει" το πάτωμα), απαλό σαν μετάξι, ίσιο και σχηματίζει μια φυσική χωρίστρα κατά μήκος της σπονδυλικής στήλης. Το τρίχωμα αυτό θέλει αρκετή φροντίδα και περιποίηση. Είναι ένας πολύ χαριτωμένος σκύλος συντροφιάς.
Ο σκύλος της φυλής αυτής ήταν ο Happa Dog των αρχαίων Κινέζων, δηλαδή ο σκύλος των κοινών ανθρώπων και όχι της αριστοκρατίας. Me διάφορους τρόπους η φυλή ήλθε στην Ευρώπη όπου έγινε πολύ δημοφιλής, ιδιαίτερα στην Ολλανδία. Το όνομα pug που σημαίνει γροθιά, το έδωσαν οι Βρετανοί λόγω του σχήματος του κεφαλιού του• οι Γάλλοι την ονομάζουν Καρλίν, οι Γερμανοί Μοπς και οι Ιταλοί Καρλίνο. Ο σκύλος Πουγκ είναι μικρόσωμος (μέσο ύψος 25-32 εκ. και μέσο σωματικό βάρος 6-8 Kg), με αρκετά μυώδη διάπλαση και τάση για παχυσαρκία, αν δεν ασκείται. Το σώμα του εγγράφεται σε πλάγια όψη σε τετράγωνο. Το κεφάλι του είναι συγκριτικά μεγάλο και στρογγυλό, με χαλαρό δέρμα που σχηματίζει βαθιές ρυτίδες. Έχει πολύ βραχύ και φαρδύ ρύγχος και μάτια μεγάλα που προεξέχουν. Τα αυτιά του είναι μικρά, πέφτουν ελαφρά προς τα πλάγια του κεφαλιού και είναι πολύ απαλά στην αφή. Η ουρά του είναι μεσαίου μήκους, εκφύεται ψηλά και διαγράφει δύο έλικες πάνω στη ράχη (ελικοειδής). Το τρίχωμά του είναι κοντό, μαλακό και λείο, χρώματος μαύρου, ασημί ή πυρρόξανθου. Στον ασημή και πυρρόξανθο χρωματισμό το ρύγχος είναι μαύρο και κατά μήκος της σπονδυλικής στήλης υπάρχει μια καστανόμαυρη λωρίδα. Χρησιμοποιείται ως σκύλος συντροφιάς. |
0 σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Τα σχόλια δημοσιεύονται.. άμεσα από τους αναγνώστες,
και συνεισφέρουν στον μεταξύ τους διάλογο.
Η ελευθερία της γραπτής έκφρασης... είναι δικαίωμα όλων των πολιτών.